ΙΣΤΟΡΙΟΛΟΓΙΑ

Δίας – Ηλιος – Ηλίας

ΣΚΙΤΣΟ ΤΟΥ ΑΚΗ ΠΑΡΑΣΟΓΛΟΥ, ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΕΝΟ ΤΟ 1983
Ανεβαίνουμε στις ψηλές κορφές όπου συναντιούνται θρύλοι, παραδόσεις, πολιτισμοί και θρησκείες…
Κάποτε εκεί κατοικούσε ο Ηλιος. Μα σαν κατέπεσαν οι θεοί από τον Ολυμπο… έσβησε ο Ηλιος. Στις κορυφές ανέβηκε ο προφήτης Ηλίας. Εκτισε τα εκκλησάκια του και παρέλαβε το άρμα του Ηλιου. Ετσι ο αρματηλάτης Αϊ-Λιάς των μεταχριστιανικών χρόνων είναι ο εφορος των καιρικών φαινομένων. Αυτός που ρυθμίζει τη βροχή, τη βροντή και τον κεραυνό. Λέει ο λαός πως όταν αστράφτει και βροντά είναι ο Αϊ-Λιάς που πάνω στο άρμα του κυνηγά το διάβολο.

Η ετυμολογία του ονόματος

Το όνομα Ηλίας είναι η μετάφραση του εβραϊκού Eliyahy (= Θεός μου είναι ο Γιαχβέ) προερχόμενο από την Παλαιά Διαθήκη. Με τον εκχριστιανισμό των Ελλήνων ο λαός «βάπτισε» τον Εβραίο προφήτη Ηλία στους δικούς του θρύλους και παραδόσεις και έτσι διαδόθηκε ευρύτατα το όνομα Ηλίας (Το μόνο από τα ονόματα της ΠΔ που έχει τόσο πλατιά διάδοση. Αντιπροσωπεύει το 1,35% των ανδρικών ονομάτων, όταν ο Πέτρος και ο Παύλος που θεωρούνται οι στυλοβάτες του χριστιανισμού αντιπροσωπεύουν το 1% και 0,5% αντίστοιχα).

Ο προφήτης Ηλίας

Ο προφήτης Ηλίας έζησε τον 9 π.Χ. αιώνα. Ο βίος και τα έργα του προσδίδουν χαρακτήρα Εβραίου εθνικού ήρωα, υπεραμυνόμενου του θεού του Ισραήλ. Εζησε σε μια περίοδο που εξαιτίας της ανάπτυξης της γεωργίας και του εμπορίου αλλάζουν οι παραγωγικές συνθήκες στην περιοχή.
Αυτό προκαλεί την αντίδραση των λαϊκών στρωμάτων που δε δέχονταν τους πολιτικούς και κοινωνικούς νεωτερισμούς και ήθελαν να κρατήσουν τις προηγούμενες μορφές κοινωνικού βίου και ιδίως την κοινοκτημοσύνη.
Τηρούσαν πιστά τις θρησκευτικές τους παραδόσεις, ενώ οι πλούσιοι νεωτέριζαν σε όλα και άρχισαν να λατρεύουν εισαγόμενους θεούς. Από τη μια μεριά, η άρχουσα τάξη που νεωτέριζε και όσο περνούσε ο καιρός τόσο το έριχνε στην καλοπέραση και στην εκμετάλλευση και από την άλλη ο πολύς λαός που δυστυχούσε. Η άρχουσα τάξη στην διαμάχη είχε προστάτη το επίσημο κράτος, ενώ ο λαός ήταν ακέφαλος. Μέσα από τη σύγκρουση αυτή βγήκαν και οι πνευματικοί ηγέτες του λαού. Αυτοί ήταν οι προφήτες. Ενας από αυτούς ήταν ο προφήτης Ηλίας. Το σύνθημά του ήταν «διωγμός κάθε ξένης θρησκείας και επαναφορά της λατρείας του Γιαχβέ». Η διδασκαλία του έκρυβε και την αντίδραση σε κάθε νεωτερισμό (πάντα οι θρησκευτικές συγκρούσεις κρύβουν την ταξική σύγκρουση).
Σύμφωνα με το συναξάρι του ζούσε σε μια σπηλιά στην κορυφή του βουνού, άνοιγε και έκλεινε τους ουρανούς, διέσχιζε στα δύο τον Ιορδάνη, είχε τη δύναμη να κατεβάζει φωτιά από τον ουρανό και να σκοτώνει τους εχθρούς, να προκαλεί βροχή και, τέλος, ανελήφθη στους ουρανούς μέσα σε πύρινο άρμα.

Δίας – Ηλιος – Ηλίας

Η συνήχηση Ηλιος – Ηλίας υπήρξε η γέφυρα εννοιών μεταξύ αρχαιότητας και χριστιανισμού. Ο Ηλιος με τη θεϊκή ιδιότητα στην αρχαιότητα ταυτιζόταν με το Δία, θεό, εκτός των άλλων, των μετεωρολογικών φαινομένων και γι’ αυτό προσαγορεύεται νεφεληγερέτης, Υέτιος και Κεραύνιος.
Ο προφήτης Ηλίας αντικατέστησε το Δία των αρχαίων μας προγόνων και τους ναούς του Ηλίου στις κορυφές των βουνών, όπου βρίσκονται τα εκκλησάκια του. Το Δία το νεφοκράτη, τον κύριο του ήλιου, αλλά και της αστραπής, της βροντής και των ανέμων, δηλαδή, το ρυθμιστή των καιρικών συνθηκών.
Μ’ αυτή του την ιδιότητα ο Δίας λατρευόταν στην αρχαία Ελλάδα την ίδια εποχή που γιορτάζεται και ο προφήτης Ηλίας, δηλαδή τις πρώτες μέρες του τελευταίου δεκαήμερου του Ιούλη, κατά τα λεγόμενα κυνικά καύματα. Η ιδιότητα του προφήτη Ηλία ως ρυθμιστή των καιρικών συνθηκών, ιδιότητα που την κληρονόμησε από το νεφεληγερέτη Δία, γίνεται φανερή, ανάμεσα σε άλλα, και από τις μετεωρολογικές παρατηρήσεις που γίνονται τη μέρα της γιορτής του.

Ο Αϊ-Λιάς των θαλασσινών

Ο Αϊ-Λιάς συνδέθηκε και με τα βάσανα των θαλασσινών. Σύμφωνα με την παράδοση, ο Αϊ-Λιάς ήταν ναύτης που η θάλασσα προσπάθησε πολλές φορές να τον πνίξει. Βαρέθηκε τα ταξίδια και αποφάσισε να βρει ένα μέρος που να μην ξέρουν τι είναι θάλασσα και τι καράβι. Πήρε ένα κουπί στον ώμο και τράβηξε για τη στεριά και όποιον συναντούσε τον ρωτούσε τι είναι αυτό που κρατάει στα χέρια του. Κι όσο του απαντούσαν «κουπί», τραβούσε ψηλότερα. Προχώρησε, προχώρησε και κάποια στιγμή συνάντησε έναν τσοπάνη και τον ρώτησε τι ήταν αυτό που βαστούσε. Ο τσοπάνης το κοίταξε καλά καλά και ύστερα του είπε «ξύλο είναι». Ο Αϊ-Λιάς γέλασε ικανοποιημένος και έμεινε από τότε κοντά στους ανθρώπους των βουνών. «Στένει ολόρθο το κουπί, χτίζει μια καλύβα και αποφασίζει να μείνει εκεί όλη του τη ζωή. Για τούτο τον Αγιο Ηλία τον βάνουν πάντα στα ψηλώματα» (Ανδρ. Καρκαβίτσας).
Ο μύθος αυτός έχει τις ρίζες του σε ένα από τα πιο χαρακτηριστικά επεισόδια της Οδύσσειας, Ραψωδία Λ. Οταν ο Οδυσσέας, κατά τη συμβουλή της Κίρκης, αποφασίζει και κατεβαίνει στον Αδη για να συναντήσει την ψυχή του Τειρεσία και να μάθει τι να κάνει για να γλιτώσει από τα βάσανα και το άγριο κυνηγητό του Θεού της θάλασσας, ο Τειρεσίας τού αποκρίνεται ότι σαν έρθει κάποτε στην Ιθάκη και τελειώσει με το φόνο των μνηστήρων, να μη νομίσει ότι όλα τέλειωσαν τότε. Οφείλει να πετύχει την εξιλέωση από τον Ποσειδώνα με τον εξής τρόπο: Θα πάρει στον ώμο του ένα κουπί, το σύμβολο της ναυτικής ζωής στο βασίλειο του εξοργισμένου θεού, και θα προχωρήσει όλο και πιο πολύ προς τα μεσόγεια. Κάποτε θα φτάσει σε μέρος που οι κάτοικοί του δε θα ξέρουν τι είναι η θάλασσα, δε θα τρώνε τροφές αλατισμένες και δε θα ξέρουν τι είναι καράβι ή τι κουπί. Θα αποδείξει ότι έφτασε σε έναν τέτοιο τόπο όταν θα συναντηθεί με κάποιο στρατοκόπο και θα του απαντήσει ότι αυτό που κρατά στον ώμο του είναι «αθηρηλοιγός», δηλαδή πλατύ ξύλινο φτυάρι με το οποίο λικνίζουν τα αλωνισμένα στάχυα.
Φτάνοντας εκεί, συνεχίζει ο Τειρεσίας, ο Οδυσσέας οφείλει να μπήξει όρθιο στη γη το κουπί και να θυσιάσει στον Ποσειδώνα. Σύμφωνα με τους μελετητές του Ομήρου, ο τόπος αυτός είναι η Ηπειρος

τρεις Χάριτες…

Αγλαΐα, Ευφροσύνη και Θάλεια

«ΤΡΕΙΣ ΧΑΡΙΤΕΣ», (1799)
ΠΙΝΑΚΑΣ ΤΟΥ ΙΤΑΛΟΥ ΓΛΥΠΤΗ ΚΑΙ ΖΩΓΡΑΦΟΥ
ΑΝΤΟΝΙΟ ΚΑΝΟΒΑ.
ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΙΑ
ΕΜΦΑΝΙΖΟΝΤΑΝ ΜΕ ΕΝΔΥΜΑΤΑ,
ΚΑΤΑ ΤΟΥΣ ΕΛΛΗΝΙΣΤΙΚΟΥΣ ΚΑΙ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥΣ ΧΡΟΝΟΥΣ
ΑΠΕΙΚΟΝΙΖΟΝΤΑΙ ΓΥΜΝΕΣ ΣΕ ΚΥΚΛΙΚΟ ΣΧΗΜΑ
Οι Χάριτες καλοπροαίρετες και αγαθές θεότητες της γονιμότητας. Από τις πιο εξιδανικευμένες και θελκτικότερες θεότητες που δημιούργησε το ελληνικό πνεύμα. Στους μύθους που αναφέρονται δεν υπάρχει κάτι που να είναι έστω και λίγο άσεμνο.
Οι Χάριτες λατρεύτηκαν σε όλη την Ελλάδα και σε όλο τον γνωστό αρχαίο κόσμο, αλλά, σύμφωνα με την παράδοση, η λατρεία τους ξεκίνησε από τον Ορχομενό.
Στην Ακιδαλία πηγή του Ορχομενού (γνωστή σήμερα ως «πηγή των Χαρίτων»), την αφιερωμένη στην Αφροδίτη, γεννήθηκαν οι τρεις παρθένες αδερφές, κόρες του Δία και της Ωκεανίδας Ευρυνόμης, σύμφωνα με την εκδοχή του Ησίοδου που είναι και η επικρατέστερη.
Η Αγλαΐα (η λαμπερή, η ωραία < αγλαός), η Ευφροσύνη (η χαρούμενη, η ευχαριστημένη, ευφροσύνη < εύφρων < ευ + φρην, φρενός) και η Θάλεια (ανθίζουσα τα φυτά).
Προσωποποιούσαν τη χάρη και την ευθυμία αρχικά στη φύση και αργότερα στη ζωή των ανθρώπων.
Ολα τα όμορφα και καλά που συμβαίνουν στους ανθρώπους προέρχονται από τις Χάριτες – πηγή κάθε χαράς και κάθε τέρψης όχι μόνο στον άνθρωπο αλλά και στους θεούς.
Χαιρετώντας τις Χάριτες ο Θηβαίος ποιητής Πίνδαρος γράφει: «Μαζί σας όταν βρίσκεται κανείς, το καθετί είναι τερπνό και γλυκό και χάρη σε σας ο άνδρας γίνεται σοφός, ωραίος, εύδοξος».
Στον Ορχομενό λατρευόταν με τη μορφή λίθων που έπεσαν από το ουρανό. Σύμφωνα με το μύθο, μια μέρα οι Ορχομένιοι είδαν ξαφνικά να πέφτουν από τον ουρανό μεγάλες πέτρες ολόλευκες. Φώναξαν τους σοφούς για να μάθουν. Αυτοί τους είπαν ότι είναι οι ΤΡΕΙΣ ΧΑΡΙΤΕΣ. Ηταν τρεις πανέμορφες κοπέλες που την ημέρα μεταμορφωνόντουσαν σε πέτρες και τη νύχτα έβγαιναν και χόρευαν.

Οι τρεις Χάριτες ήταν το πρότυπο, το όνειρο όλων των κοριτσιών του Ορχομενού. Ηθελαν να αποκτήσουν τη χάρη τους, τη μόρφωσή τους και τις αρετές τους. Αυτό ήταν δύσκολο και μόνο η Χλώρη η κόρη του άρχοντα Αμφίονα, μπορούσε να συγκριθεί μαζί τους. Βοηθούσαν τις τύχες των κοριτσιών, γι’ αυτό και ο ναός τους ήταν γεμάτος από χρυσά αφιερώματα.

Οι Χάριτες υπήρξαν από την αρχή θεότητες της φύσης, του φυτικού κόσμου. Τα κύρια σύμβολά τους είναι τα λουλούδια και οι καρποί. Η ποίηση, η ρητορική, η μουσική, ο χορός χρωστάνε τη χάρη τους στις Χάριτες που κατοικούν κοντά στην κορυφή του Ολύμπου μαζί με τις Μούσες και περνούν τη ζωή τους μέσα σε γιορτές. Δίνουν αίγλη σε κάθε γιορτή και χωρίς αυτές οι θεοί δε γλεντούν ούτε χορεύουν. Ο Ολυμπος χωρίς τις Χάριτες δε θα είχε χάρη και ομορφιά.

Γενικά οι Χάριτες εκφράζουν μια καθαρά ελληνική αντίληψη για τη «χάρη»: Είναι η ευνοϊκή διάθεση που εκφράζεται με προσφορές και ανταλλαγές μεταξύ ανθρώπων (θυσίες) και θεών, ανθρώπων και φύσης και των ανθρώπων μεταξύ τους.

Η Αγλαΐα είναι η νεότερη από τις 3 Χάριτες. Αποτελούσε την προσωποποίηση της ευτυχισμένης ζωής. Ο γάμος της με τον Ηφαιστο δηλώνει τη συνένωση της χάρης με την τεχνική δεξιότητα.

«ΧΑΡΙΤΕΣ»,
ΠΙΝΑΚΑΣ ΤΟΥ FRANCESCO ALBANI (1578-1660)
Η αγία Αγλαΐα γιορτάζεται από την Εκκλησία στις 19 Δεκέμβρη μαζί με τον Βονιφάτιο. Ηταν πανέμορφη, της τάξης των ευγενών και πλούσιων Ρωμαίων, εξαιρετικής καλλιέργειας. Εζησε ακόλαστη ζωή στις αρχές του 4ου αιώνα με τον εραστή της Βονιφάτιο, «γνωστικόν και ωραίον άνδρα» (δούλος της και αργότερα διαχειριστής της περιουσίας της) με τον οποίο «καθ’ εκάστην εκυλίοντο» στη μέθη του έρωτά τους. Εγινε χριστιανή και μετάνιωσε όταν μαρτύρησε ο εραστής Βονιφάτιος.

Η διάδοση και η χρήση του ονόματος Αγλαΐα (όπως και των δύο άλλων Χαρίτων, Ευφροσύνη και Θάλεια) οφείλεται στην τάση των Ελλήνων σε όλη την ιστορική διαδρομή τους, να δίνουν θεοφόρα ονόματα (ο αποδέκτης του ονόματος είχε την προστασία της θεότητας) και ονόματα που είτε συνδέονταν με κάποια χαρακτηριστικά των παιδιών είτε εξέφραζαν τη θέληση να έχει ο παραλήπτης αυτά τα χαρακτηριστικά. Ετσι, μαζί με το όνομα Αγλαΐα το κορίτσι έπαιρνε και την ευχή να είναι λαμπερή και ωραία. Μετά το Διαφωτισμό αυτή η τάση ενισχύθηκε και από το θαυμασμό των Ελλήνων προς τον αρχαίο πολιτισμό και τη μυθολογία μας.

Στο νεοελληνικό λαϊκό πολιτισμό το όνομα Αγλαΐα ταυτίστηκε με την ηρωίδα του λαϊκού θεάτρου Αγλαΐα, γυναίκα του Καραγκιόζη, που εκπροσωπεί το χαρακτήρα της φτωχής Ελληνίδας νοικοκυράς. Δεν είναι ούτε όμορφη, ούτε λαμπερή, ούτε καλοντυμένη. Είναι, όμως, υπομονετική και με έντονο το αίσθημα της αφοσίωσης. Μοιράζεται με τον Καραγκιόζη και τα παιδιά της την πείνα και τις κακουχίες και προσπαθεί να βοηθήσει την οικογένειά της δουλεύοντας σε ευκατάστατες οικογένειες (ίσως αυτή η ταύτιση είναι και ένας λόγος της πτώσης της δημοτικότητας του ονόματος στο δεύτερο ήμισυ του προηγούμενου αιώνα).

Το όνομα Αγλαΐα σήμερα φέρουν το 0,20 περίπου των γυναικών, το Ευφροσύνη το 0,45 και το Θάλεια το 0,10 (υπάρχουν ομώνυμες Αγίες που τις γιορτάζει η Εκκλησία την 1 και στις 22 Σεπτέμβρη, αντίστοιχα). Το όνομα της μητέρας των Χαρίτων Ευρυνόμη, που χρησιμοποιείται και σήμερα, κατατάσσεται στα σπάνια ονόματα.

Με τον Σωκράτη, την Θεοδότη… …την Φρύνη και τον Πραξιτέλη

Ένα γνωστό «δίδυμο» από την αρχαιότητα, ο φιλόσοφος Σωκράτης και η εταίρα Θεοδότη, που η ομορφιά της ήταν ανώτερη από τη φήμη της. Η Εκκλησία γιορτάζει δύο μάρτυρες που έζησαν και μαρτύρησαν μαζί τον 3ο αιώνα, τον Σωκράτη και την Θεοδότη, στις 21 Οκτώβρη. Σύμπτωση; Όπως και σε τόσες άλλες ανάλογες περιπτώσεις η Εκκλησία φόρεσε το φωτοστέφανο του χριστιανισμού σε δύο εκπροσώπους του ειδωλολατρικού κόσμου που η φήμη τους αντηχούσε στους αιώνες.

Σωκράτης

Ο ΦΙΛΟΣΟΦΟΣ ΣΩΚΡΑΤΗΣ ΑΝΑΖΗΤΕΙ
ΤΟΝ ΑΛΚΙΒΙΑΔΗ ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ ΤΗΣ ΑΣΠΑΣΙΑΣ.
ΕΡΓΟ ΤΟΥ JEAN LEON GEROME (1863)
Ηταν από τους θεμελιωτές της φιλοσοφικής διαλεκτικής, δηλαδή της εύρεσης της αλήθειας με την υποβολή ορισμένων ερωτήσεων και της μεθοδικής ανεύρεσης απαντήσεων σε αυτές (το ερωτάν και το αποκρίνεσθαι).
Ο Κ. Μαρξ τον ονόμασε «προσωποποίηση της φιλοσοφίας».
Ο Σωκράτης πέρασε όλη του τη ζωή με ένα ατέλειωτο κουβεντολόι στις παλαίστρες, στην αγορά, στα σαράφικα, συζητώντας για το δίκαιο, την ανδρεία και την αρετή. Και το έκανε «σαν κανένας ξιπασμένος άγουρος νεανίας» με την προσποίηση πως δεν το ξέρει και προσπαθεί να το «ξεγεννήσει». Και αναρωτιέται ο Επίκουρος, που απαιτούσε από το ρήτορα να είναι σαφής και συγκεκριμένος: «Μα είναι σωστό ένας ολόκληρος άνδρας, να παίρνει πόζες, να χειρονομεί, να μορφάζει, να αραδιάζει φράσεις και σχήματα θέλοντας να αποδείξει τα αναπόδεικτα».
Πιο καυστικός ο Κολώτης, μαθητής του Επίκουρου, έχοντας στόχο την περιφρόνηση του Σωκράτη για τις αισθήσεις και τις φυσικές επιστήμες: «Πώς γνωρίζεις ότι το φαΐ είναι φαΐ, το πανωφόρι πανωφόρι και πώς να φυλάγεσαι από φίδια και λύκους».
Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΣΩΚΡΑΤΗ,
ΤΟΥ FRANCOIS LOUIS JOSEPH WATTEAU (1758 – 1823)
Ο Σωκράτης, που παρουσιάζει ο σύγχρονός του Αριστοφάνης στις «Νεφέλες», είναι ένας ψευτοφιλόσοφος, απατεώνας της σκέψης και του λόγου, που ξυπόλυτος, βρώμικος και κακομοίρης διδάσκει σε μικρούς και μεγάλους το τέχνασμα της αντιλογίας, «τον ήττω λόγον κρείττω ποιείν», δηλαδή να μπορεί να παριστάνει κανείς το άδικο για δίκαιο και το ψέμα για αλήθεια.
Ακόμη, τον δείχνει μικρολόγο «ψυλλοφιλόσοφο» που ασχολείται με το πόσο πηδά ο ψύλλος και μικροκλέφτη που βουτά ένα σφαχτάρι από το βωμό.
Ο Αριστοφάνης γελοιοποιεί θεληματικά τον Σωκράτη για να προσαρμοστεί στις απαιτήσεις της κωμωδίας του, που στόχος της ήταν η τσουχτερή σάτιρα των ηθών του καιρού του. Πάντως, ένα μεγάλο μέρος από όσα καταμαρτυρεί στον Σωκράτη του τα έλεγε όλος ο κόσμος στην αγορά.
Ο λαός αντιπαθούσετον Σωκράτη, γεγονός που το παραδέχεται και ο ίδιος στην «Απολογία».
Ισως σε αυτό να είχε συντελέσει το αλλόκοτο παρουσιαστικό του. Οι Αθηναίοι τον έβλεπαν καθημερινά στην αγορά, έναν κοντόχοντρο ανθρωπάκο, μεσόκοπο, με μύτη πλατσουκωτή και ανασηκωμένη, με μικρά μισόκλειστα μάτια γεμάτα ειρωνεία, με παλιά τριμμένα ρούχα, γένια και μαλλιά αχτένιστα και ακούρευτα.
Ξημεροβραδιάζεται με τους αριστοκράτες και τρέφει βαθιά περιφρόνηση για τους ανθρώπους του λαού, τη δημοκρατία και τις φυσικές επιστήμες που είναι «τέκνα του δήμου».

Η διδασκαλία του αντανακλά τις αντιλήψεις της αθηναϊκής ολιγαρχίας που προσπαθεί να καταλύσει το δημοκρατικό πολίτευμα γι’ αυτό κατηγορήθηκε πως είναι συνωμότης και καταδικάστηκε σε θάνατο. Υποστήριζε πως το κράτος δεν πρέπει να το διοικούν όλοι (ο δήμος) αλλά οι επαΐοντες (αυτοί που ξέρουν), δηλαδή οι σοφοί και οι άριστοι. Δεν έκρυβε τις απόψεις του ο Σωκράτης. Εξάλλου, ο Κριτίας και ο Αλκιβιάδης, που αιματοκύλησαν την Αθήνα, μαθητές του ήταν – όπως και ο προδότης Ξενοφών. Πρέπει να του αναγνωριστεί ότι εναντιώθηκε στους ολιγαρχικούς όταν αρνήθηκε να συλλάβει έναν δημοκρατικό πολίτη, τον Λέοντα τον Σαλαμίνιο, και ότι μετάτην καταδίκη του προτίμησε να πιει το κώνειο παρά να δραπετεύσει και να παραβεί τους νόμους.

Θεοδότη

Κατ’ άλλους Θεοδότα. Σύγχρονη της Ασπασίας. Ερωμένη πολλών επώνυμων ανθρώπων της εποχής της, όπως, π.χ., του Αλκιβιάδη. Μάλιστα, ήταν αυτή που τον κήδεψε μετά το τραγικό τέλος του.
Ηταν τόσο όμορφη και παράλληλα διέθετε τόσο πλούτο στο σπίτι της, που την έκαναν ακόμη πιο θαυμαστή στον κύκλο της. Λέγεται πως κανένα άλλο σπίτι δεν είχε τόση χλιδή και πολυτέλεια, όση της Θεοδότης!
Ολοι οι ζωγράφοι πήγαιναν σπίτι της για να απαθανατίσουν το σώμα και την ομορφιά της. Συγκέντρωνε σπίτι της όλους τους διανοούμενους και πολιτικούς της εποχής. Ακόμη και ο Σωκράτης θέλησε να τη γνωρίσει και την επισκέφτηκε με τους μαθητές του.
–Ω άνδρες, εμείς πρέπει να ευγνωμονούμε τη Θεοδότη γιατί μας επέδειξε τα κάλλη της, ή εκείνη εμάς γιατί τα είδαμε; Εάν δηλαδή είναι ωφελιμότερη γι’ αυτήν η επίδειξη, μας οφείλει χάριτας, εάν δε για εμάς η θέα, εμείς τότε οφείλομε χάριτας προς αυτήν.
— Από όπου ήδη θα κερδίσει αυτή από τον έπαινό μας και επειδή θα το πούμε σε πολλούς, πολλά θα ωφεληθεί…
Από αυτή την πρώτη συνάντησή τους έμεινε στην ιστορία ο διάλογός τους για το σαρκικό έρωτα.
Ο Σωκράτης προσπαθεί να την πείσει πως και στη γυναίκα το πνεύμα είναι πιο σημαντικό από το κάλλος. Ηταν ο πρώτος άνθρωπος στην ελληνική αρχαιότητα που ενδιαφέρθηκε για την ψυχή της εταίρας. Ενδιαφέρθηκε για τους πελάτες και τα έσοδα που είχε και της πρότεινε όχι μόνο τρόπους για να αυξήσει και τους μεν και τα δε, αλλά και τρόπους για να μεγαλώνει τον πόθο των πελατών της και την ηδονή που τους προσέφερε.

Η Θεοδότη ενθουσιάστηκε με τις υποδείξεις του Σωκράτη και του πρότεινε να συνεργαστούν! Φυσικά ο φιλόσοφος δεν είχε σκοπό να γίνει «προαγωγός». Ηθελε να κάνει τη Θεοδότη να αναζητήσει στο πρόσωπό του τη φιλοσοφική αντιμετώπιση της ζωής. Και το πέτυχε. Η Θεοδότη ήταν έτοιμη να γίνει μαθήτριά του. Λέγεται ότι ο Αριστοφάνης διακωμώδησε τον Σωκράτη στις «Νεφέλες» γιατί η Θεοδότη είχε προτιμήσει, ερωτικώς, τον Σωκράτη αντί του ιδίου.

Φρύνη

Η ΦΡΥΝΗ ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΤΟΝ ΑΡΕΙΟ ΠΑΓΟ,
ΕΡΓΟ ΤΟΥ JEAN LEON GEROME
Διάσημη εταίρα του 4ου αι. π.Χ. από τη Βοιωτία.
Το πραγματικό της όνομα ήταν Μνησαρέτη, αλλά εξαιτίας του χλομού δέρματός της έμεινε γνωστή ως Φρύνη (από το χρώμα του βατράχου).
Εξαιρετικά όμορφη, περιζήτητη από τους πλούσιους πολίτες.
Ζητούσε πολύ υψηλή αμοιβή, αν έβρισκε κάποιον αντιπαθητικό το ποσό που ζητούσε ήταν υπέρογκο, ενώ πρόσφερε δωρεάν το σώμα της σε κάποιον φιλόσοφο που θαύμαζε το μυαλό του.
Τα πλούτη της ήταν τόσα, ώστε όταν ο Αλέξανδρος είχε κατεδαφίσει τη Θήβα, προθυμοποιήθηκε να την ανοικοδομήσει με δικά της έξοδα τοποθετώντας την επιγραφή: «Αλέξανδρος μεν κατέσκαψε ανέστησε δε Φρύνη».
Οταν είχαν κατηγορήσει την Φρύνη για ασέβεια στους θεούς και η δίκη έγερνε σε βάρος της, ο συνήγορός της, ο Υπερείδης, την έβαλε να σχίσει το χιτώνα της και να μείνει γυμνή. Και οι αρεοπαγίτες, γοητευμένοι από την ομορφιά της, την αθώωσαν!
Η Φρύνη είχε εραστή της τον Πραξιτέλη,
ΑΓΑΛΜΑ ΤΗΣ ΚΝΙΔΙΑΣ ΑΦΡΟΔΙΤΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΡΑΞΙΤΕΛΗ
ΣΤΗ ΓΛΥΠΤΟΘΗΚΗ ΤΟΥ ΜΟΝΑΧΟΥ. ΛΕΓΕΤΑΙ ΟΤΙ ΓΙΑ ΝΑ
ΑΠΟΚΤΗΣΕΙ ΤΟ ΑΓΑΛΜΑ ΑΥΤΟ Ο ΒΑΣΙΛΙΑΣ ΤΗΣ ΒΙΘΥΝΙΑΣ
ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΠΡΟΣΦΕΡΕ ΣΤΟΥΣ ΚΝΙΔΙΟΥΣ ΟΛΟ ΤΟ ΔΗΜΟΣΙΟ
ΧΡΕΟΣ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ ΚΑΙ ΟΙ ΚΝΙΔΙΟΙ
ΑΡΝΗΘΗΚΑΝ ΤΗΝ ΠΡΟΤΑΣΗ ΓΙΑ ΝΑ ΕΧΟΥΝ ΤΗ ΔΟΞΑ
ΠΩΣ ΚΑΤΕΧΟΥΝ ΤΟ ΑΡΙΣΤΟΥΡΓΗΜΑ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ
που φιλοτέχνησε αγάλματά της.
Ενα γλαφυρό απόσπασμα από γράμμα της Φρύνης στον Πραξιτέλη είναι ενδεικτικό της σχέσης τους: «Μην το σκέφτεσαι.
Η έμπνευσή σου να δώσεις θέση μέσα στο ναό στην αγαπημένη σου εταίρα σε έκανε να φιλοτεχνήσεις ένα τέτοιο αριστούργημα που όμοιό του κανείς ποτέ δεν έχει ξαναδεί… Νιώθω σαν την Αφροδίτη και τον Ερωτα, τον έρωτα για σένα βέβαια.
Και μη ζηλεύεις τη δόξα μου.
Εσένα, τον Πραξιτέλη υμνούν όσοι με είδαν άγαλμα…
Λείπει, όμως, κάτι από το δώρο που μου έκανες: Να πάμε οι δυο μας στο ναό να κοιμηθούμε εκεί μαζί.
Ελα τώρα! Μη το φοβάσαι. Δεν πρόκειται να προσβάλουμε τα αγάλματα των θεών. Εμείς οι ίδιοι δεν τα κατασκευάσαμε;»

Πραξιτέλης

Ηταν ένας από τους μεγαλύτερους γλύπτες της αρχαιότητας.
Εζησε τον 4ο αιώνα π.Χ. και είναι ο πρώτος που φιλοτέχνησε τη γυμνή θηλυκή μορφή σε φυσικό μέγεθος.
Ο Πραξιτέλης και η σχολή του δούλεψαν σχεδόν εξολοκλήρου με το μάρμαρο και όπως λέει ο Διόδωρος «με τέλεια τέχνη έδωσε στις μαρμάρινες φιγούρες του τα πάθη της ψυχής».

Η διάδοση των ονομάτων

Το όνομα Σωκράτης (< σως (σώος = ακέραιος, δυνατός ) + -κράτης <κράτος) έχει 107 εμφανίσεις και το Πραξιτέλης (< πράξις + τέλος (-σκοπός) = αυτός που ολοκληρώνει το σκοπό του) μία εμφάνιση (σε δείγμα 51.779 ανδρών).
Το όνομα Θεοδότη (= ο θεός δίνει) έχει 3 εμφανίσεις, δύο εμφανίσεις ο τύπος Θεοδότα και μία εμφάνιση το όνομα Φρύνη (< φρύνος «είδος βατράχου», η καστανόχρωμη) σε δείγμα 28.965 γυναικών.

Με την Ξανθίππη, την Σαπφώ και την Καλλιπάτειρα

Τόσο τα ομηρικά έπη όσο και ο Ησίοδος μαρτυρούν ήδη την κοινωνικά υποβαθμισμένη θέση των γυναικών. Από τα ομηρικά έπη ξέρουμε ότι ναι μεν η μονογαμία ήταν καθιερωμένη, ίσχυε όμως για τον άντρα. Η μονογαμία για τη γυναίκα επιβλήθηκε από την ανάγκη να εξασφαλιστούν γνήσιοι κληρονόμοι της περιουσίας του πατέρα.1 «Για τούτο στην περίοδο που αναγνωρίστηκε η ατομική ιδιοχτησία πάνω στα κινητά και στα κοπάδια, και μαζί καθιερώθηκε και το δικαίωμα της κληρονομιάς, η ελληνική γλώσσα πλουτίστηκε με μία λέξη ακόμη που δεν την είχε πρώτα. Φτιάχτηκε η λέξη αδελφός που παράγεται από το άρθρο α και το ουσιαστικό δελφύς και σημαίνει κατά λέξη εκείνον που γεννήθηκε από την ίδια μήτρα. Η καινούρια λέξη αδελφός όχι μόνο συμπλήρωνε ένα κενό, μα κυρίως έδειχνε πως διαμορφώθηκαν νέες κοινωνικοοικονομικές συνθήκες μέσα στο γένος και τα παιδιά οι κληρονόμοι έπρεπε να είναι από την ίδια φύτρα».


Λέγεται ότι κάποτε η Ξανθίππη εκνευρίστηκε τόσο πολύ,
που πέταξε πάνω στον Σωκράτη ένα κουβά νερό.
Τότε ο Σωκράτης απάντησε:
«μετά τις βροντές έρχεται η βροχή»
Στο μονογαμικό γάμο της προκλασικής εποχής, όπου σαν κριτήριο της επιλογής βάραινε καθοριστικά η παραγωγική ικανότητα της γυναίκας, ο μελλοντικός σύζυγος έπρεπε να αποζημιώσει τον πατέρα της δίνοντας στον πεθερό δώρα, τα «έδνα» (βόδια συνήθως). Ετσι όσες όμορφες, αλλά κυρίως δουλευταρούδες, συγκέντρωναν τα προσόντα για γάμο, τις έλεγαν «αλφεσίβιες» (αυτές που προσκομίζουν βόδια).
Ομως με την ανάπτυξη της δουλοκτητικής κοινωνίας, η παραγωγική προσφορά της γυναίκας σε μεγάλο βαθμό αντικαταστάθηκε από δούλους και τώρα πια για να ξεφορτωθεί τις κόρες του ο πατέρας, σαν παραγωγικά ασύμφορες, έπρεπε να τις προικίσει.
Και μόνο στους παλιότερους μύθους με τις σεβαστές γυναικείες θεότητες, που απηχούσαν την παλιότερη μητριαρχική κοινωνία, μπορούμε να βρούμε περιγραφές που εξυψώνουν τη γυναίκα.

Στον 8ο και 7ο αιώνα στις ιωνικές και αιολικές περιφέρειες η γυναίκα θεωρούνταν ίσης αξίας με τα βόδια και τις σκλάβες. Ηταν προορισμένη να γεννά παιδιά και να δουλεύει μέσα στο σπίτι.
Η γνώμη των αντρών της εποχής εκφράζεται σε ένα ποίημα του Σιμωνίδη. Κατηγορεί τις γυναίκες πως είναι βρωμιάρες, σωστά γουρούνια, άλλες παμπόνηρες, σωστές αλεπούδες. Αλλες τις παρομοιάζει με σκύλες και άλλες τις θεωρεί κακόγνωμες: Αλλες γαϊδουρίζουνε και άλλες θέλουν τα χάδια, ενώ πολλές είναι διπρόσωπες, τεμπέλες, γλωσσούδες και κακορίζικες. Βέβαια υπάρχει και ο τύπος της μέλισσας που είναι δουλευταρού και νοικοκυρά μα αυτές είναι εξαίρεση.

Ο Ισόμαχος όταν τον ρώτησε ο Σωκράτης πώς τα κατάφερε να έχει μια τόσο καλή γυναίκα, απάντησε: «όταν την πήρα δεν είχε κλείσει τα δεκαπέντε… Ζώντας στο πατρικό της με αυστηρή επίβλεψη, ώστε τίποτα να μη δει, τίποτα να μην ακούσει, για τίποτα να μη ρωτάει. Και η μόνη δουλειά που ήξερε ήτανε να υφαίνει».
Στην περίοδο της οικονομικής και πολιτιστικής ακμής της Αθήνας, η γυναίκα το μόνο που έπρεπε, ήταν να κάνει παιδιά, εξασφαλίζοντας νόμιμους κληρονόμους και να δουλεύει στο σπίτι.
Ζούσαν περιορισμένες στο γυναικωνίτη, αμόρφωτες και αποκλεισμένες από τις κοινωνικές εκδηλώσεις γι’ αυτό και ο Ευριπίδης τις αποκαλεί «οικουρήματα» (σπιτοφυλακισμένες).
Κι ακόμα, βλέποντας τους άντρες τους να τις απατούν ασύστολα με πόρνες και δούλες, διαμόρφωναν συνήθως στρεβλό χαρακτήρα, ζηλιάρα, μισάνθρωπη και αμόρφωτη, δίνοντας αφορμή για αρνητικούς χαρακτηρισμούς: Βρωμιάρες, τεμπέλες, γλωσσούδες, παμπόνηρες… Οσο και αν ήταν αμόρφωτες και κλειδωμανταλωμένες το ‘ριξαν οι πιο πολλές απ’ αυτές στη μοιχεία. Για παράδειγμα, ο Ευριπίδης την πρώτη του γυναίκα την απέπεμψε για ακολασία και η δεύτερη υπήρξε πιο ακόλαστη απ’ την πρώτη και τον εγκατέλειψε.

Κατά το αττικό δίκαιο μια γυναίκα όταν παντρευόταν περνούσε από την εξουσία του πατέρα της στην εξουσία του άντρα και μετά το θάνατο του άντρα της, όλη η περιουσία πέρναγε στον πρωτότοκο. Οταν πάλι η κληρονόμος ήταν κορίτσι, ο παλιός νόμος την υποχρέωνε να παντρευτεί τον πιο κοντινό συγγενή της. Κι όταν εκείνος ήταν παντρεμένος, έπρεπε να χωρίσει και να παντρευτεί την «επίκληρο» προκειμένου να εξασφαλιστεί η αρρενογραμική διαδοχή. Κι αν από το γάμο αυτό γεννιόταν αγόρι, έπαιρνε ολόκληρη την κληρονομιά αλλά και το όνομα του παππού του.

Η Σπαρτιάτισσα διέφερε από τις άλλες γυναίκες. Είχε ορισμένα προνόμια και βρισκόταν σε πολύ καλύτερη θέση. Στη Σπάρτη οι άντρες ήταν μέρα νύχτα στρατιώτες και αναγκαστικά οι γυναίκες τους είχαν περισσότερα, όπως θα λέγαμε σήμερα, αστικά δικαιώματα. Διαχειρίζονταν την περιουσία τη δική τους αλλά και των ανδρών τους.

Στη Μήδεια βλέπουμε το «Μισογύνη» Ευριπίδη να υπερασπίζεται την Αθηναία γυναίκα με τα λόγια της Μήδειας:
«…Για μένα ο θάνατος θα είναι λυτρωτής, αφού δεν έχει πια καμιά απόλαυση η ζωή. Απ’ όλα τα πλάσματα, το ξέρετε καλά, εμείς οι γυναίκες είμαστε τα πιο δυστυχισμένα. Με μπόλικα χρήματα θ’ αγοράσουμε το σύζυγο κι αφέντη του κορμιού μας… Και μήπως ξέρουμε τι είναι εκείνο που ψωνίσαμε…».

Ξανθίππη η στρίγκλα

Ελάχιστες είναι γυναίκες για τις οποίες μίλησαν οι μεταγενέστεροι. Πολλοί συχνά μιλούσαν (την ανέφεραν και στα γραπτά τους) οι μεταγενέστεροι, για τη στρίγκλα σύζυγο του Σωκράτη Ξανθίππη. Ως παράδειγμα προς αποφυγήν.

Πρέπει να ήταν αρκετά μικρότερή του και μέχρι 40 έτη.
Η παράδοση την εμφανίζει κακή και δύστροπη, αυταρχική, οξύθυμη και ζηλιάρα.
Ο Σωκράτης υπέμενε τη συμπεριφορά της με αταραξία και χιούμορ. Οταν μια φορά κάλεσε για φαγητό τον Ευθύδημο, η Ξανθίππη έκανε μεγάλη φασαρία, πέταξε τα φαγητά από το τραπέζι και ο καλεσμένος σηκώθηκε να φύγει περίλυπος. Ο Σωκράτης τότε του είπε:

— Γιατί κάνεις έτσι; Τις προάλλες στο σπίτι σου δεν όρμησε ένα πουλί κι έκανε τα ίδια; Θυμώσαμε τότε μ΄ αυτό;

«ΣΑΠΦΩ ΚΑΙ ΑΛΚΑΙΟΣ», ΤΟΥ LAWRENCE ALMA-TADEMA (1881)
Οι μαθητές του απορούσαν γιατί ο Σωκράτης δεν επιχειρούσε με τη διδασκαλία του να βελτιώσει τους τρόπους της Ξανθίππης, εκείνος όμως τους βεβαίωνε πως επίτηδες δεν το κάνει, για να εξασκείται στην υπομονή και την εγκαρτέρηση.
Το όνομά της έφτασε να είναι συνώνυμο για ένα άτομο που γκρινιάζει και παραπονείται συνεχώς, ιδίως για μια στρίγκλα σύζυγο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα σε αυτό αποτελεί ένα απόσπασμα από «Το Ημέρωμα της Στρίγκλας» του Σαίξπηρ, όπου ο Πετρούκιος συγκρίνει την Καίτη με την Ξανθίππη του Σωκράτη και χειρότερα.

Αλλες πηγές λένε πως είναι υπερβολικές αυτές οι κρίσεις. Πάντως δεν είναι απίθανο να υπήρχαν προστριβές στο ζευγάρι, εφόσον ο Σωκράτης είχε απαρνηθεί τη βιοποριστική πλευρά της ζωής και είχε καταδικάσει την εργασία που αμειβόταν υλικά, δεν μπορούσε να θεωρηθεί ιδανικός τύπος οικογενειάρχη.

ΕΙΧΕ ΔΙΑΔΟΘΕΙ ΑΡΚΕΤΑ ΕΝΑΣ ΘΡΥΛΟΣ ΟΤΙ
Η ΣΑΠΦΩ ΑΥΤΟΚΤΟΝΗΣΕ ΠΕΦΤΟΝΤΑΣ ΣΤΗ ΘΑΛΑΣΣΑ
ΑΠΟ ΕΝΑ ΑΚΡΩΤΗΡΙ ΤΗΣ ΛΕΥΚΑΔΑΣ,
ΓΙΑ ΤΑ ΟΜΟΡΦΑ ΜΑΤΙΑ ΕΝΟΣ ΝΕΟΥ ΠΟΥ ΛΕΓΟΤΑΝ ΦΑΩΝ.
ΔΕ ΦΑΙΝΕΤΑΙ ΟΜΩΣ ΝΑ ΑΛΗΘΕΥΕΙ ΟΥΤΕ ΑΥΤΟΣ Ο ΜΥΘΟΣ
(«ΣΑΠΦΩ ΚΑΙ ΦΑΩΝ»)
Το όνομα μεταδόθηκε ανεξάρτητα από την ομώνυμη μάρτυρα που καταγόταν από την Ισπανία και συνεορτάζεται με την αδελφή της Πολυξένη, στις 23 Σεπτέμβρη. Το όνομα Ξανθίππη (ξανθός + ίππος) εμφανίζεται 13 φορές σε δείγμα 24.415 γυναικών.

Σαπφώ η ποιήτρια

Η Σαπφώ είναι μια «ανωμαλία» στην κανονικότητα μιας ανδροκρατούμενης κοινωνίας και ταυτόχρονα αίνιγμα. Η μοναδική ποιήτρια του αρχαίου ελληνικού κόσμου (ούτε σε άλλους πολιτισμούς υπάρχει γυναίκα ποιήτρια) και διασημότερη όλων των ποιητριών. Ακόμη και σήμερα.
Η ποίησή της αγαπήθηκε τους επόμενους αιώνες.
«Ποτέ δεν εγραφήκανε στην ελληνική γλώσσα στίχοι τόσο απαλοί, τόσο μελωδικοί, τόσο τρυφεροί και αληθινοί, τόσο γεμάτοι πνεύμα».
Εγραψε ερωτικά ποιήματα, ύμνους προς τους θεούς και επιθαλάμια.

Γόνος αριστοκρατικής οικογένειας έζησε στις αρχές του 6ου π.Χ. αιώνα στη Μυτιλήνη όπου άκμαζε η ποίηση και ο πολιτισμός. Την εποχή που έζησε οι γυναίκες των καλών οικογενειών του νησιού και των μικρασιατικών πόλεων έφτιαχναν συντροφιές και περνούσαν τις μέρες τους με άσκοπες χαριτωμένες διασκεδάσεις και ιδιαίτερα με τη σύνθεση και απαγγελία ποιημάτων. Αυτή η σχέση, που ήταν εμπνευσμένη από θρησκευτικές ιδέες, δεν ήταν κάτι που έκανε πρώτη η Σαπφώ που φαίνεται ότι αποτέλεσε το κέντρο μιας τέτοιας ομάδας.
«ΣΑΝ ΑΝΕΜΟΣ ΜΟΥ ΤΙΝΑΞΕ Ο ΕΡΩΤΑΣ ΤΗ ΣΚΕΨΗ
ΣΑΝ ΑΝΕΜΟΣ ΠΟΥ ΣΕ ΒΟΥΝΟ ΒΕΛΑΝΙΔΙΕΣ ΛΥΓΑΕΙ.
ΗΡΘΕΣ, ΚΑΛΑ ΠΟΥ ΕΚΑΝΕΣ, ΠΟΥ ΤΟΣΟ ΣΕ ΖΗΤΟΥΣΑ
ΔΡΟΣΙΣΕΣ ΤΗΝ ΨΥΧΟΥΛΑ ΜΟΥ, ΠΟΥ ΕΚΑΙΓΕ Ο ΠΟΘΟΣ.
ΑΠΟ ΤΟ ΓΑΛΑ ΠΙΟ ΛΕΥΚΗ
ΑΠ’ ΤΟ ΝΕΡΟ ΠΙΟ ΔΡΟΣΕΡΗ
ΚΙ ΑΠΟ ΤΟ ΠΕΠΛΟ ΤΟ ΛΕΠΤΟ, ΠΙΟ ΑΠΑΛΗ.
ΑΠΟ ΤΟ ΡΟΔΟ ΠΙΟ ΑΓΝΗ
ΑΠ’ ΤΟ ΧΡΥΣΑΦΙ ΠΙΟ ΑΚΡΙΒΗ
ΚΙ ΑΠΟ ΤΗ ΛΥΡΑ ΠΙΟ ΓΛΥΚΙΑ, ΠΙΟ ΜΟΥΣΙΚΗ…» (ΑΤΘΙΔΑ).
«ΤΟΝ ΚΑΙΡΟ ΤΗΣ ΣΑΠΦΟΥΣ»,
ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΤΖΟΝ ΓΟΥΙΛΙΑΜ ΓΚΟΝΤΓΟΥΑΡΝΤ,
ΜΟΥΣΕΙΟ J. PAUL GETTY 1904
Τραβούσε στις συγκεντρώσεις έναν αριθμό θαυμαστριών που πολλές φορές έρχονταν και από πολύ μακριά για να την ακούσουν. Κυριότερα θέματα της ποίησης είναι οι αγάπες, οι ζήλιες και τα μίση που αναπτύσσονται μέσα σε αυτή τη θερμή ατμόσφαιρα. Για κάποια κορίτσια η Σαπφώ εκφράζει τα αισθήματά της που κυμαίνονται από τη λεπτή τρυφερότητα έως τη γεμάτη πάθος αγάπη. Ομως η σχέση της Σαπφούς με τις μαθήτριές της θεωρήθηκε αργότερα απρεπής, επειδή είχε και ερωτικές διαστάσεις. Αυτό δημιούργησε την κατηγορία για ομοφυλοφιλία και γι’ αυτό έμεινε στην ιστορία ως «λεσβιακός έρως». Αυτή την κατηγορία που την απηύθυναν αργότερα οι Αθηναίοι – αδυνατούσαν να κατανοήσουν μια τέτοια κοινωνική ελευθερία των γυναικών χωρίς να συνδυάζεται με ανηθικότητα – την απορρίπτει η σύγχρονη έρευνα. Το όνομα Σαπφώ (αιολικά Ψάπφω, αγνώστ. Ετύμου) εμφανίζεται 3 φορές στο δείγμα, τις δύο στη Λέσβο.

Καλλιπάτειρα η μάνα

Η μοναδική γυναίκα που τόλμησε να παραβιάσει το «άβατο» της Ολυμπίας. Καταγόταν από τη Ρόδο, από μεγάλη οικογένεια Ολυμπιονικών. Κόρη του Ολυμπιονίκη Διαγόρα και σύζυγος επίσης ενός μεγάλου Ολυμπιονίκη.

Η Καλλιπάτειρα, περιφρονώντας τη διαταγή που απαγόρευε την είσοδο των γυναικών στο στάδιο, με ποινή κατακρήμνισης από το βραχώδες όρος Τυπαίο, εισχώρησε μεταφιεσμένη σε γυμναστή θέλοντας να θαυμάσει το γιο της Πεισίροδο την ώρα που αγωνιζόταν. Την πρόδωσε όμως η χαρά της για τη νίκη. Ετρεξε να τον αγκαλιάσει με αποτέλεσμα από την απροσεξία της να πέσουν τα ρούχα της και να αποκαλυφθεί. Χάρη στην αθλητική καταγωγή της (πατέρας, σύζυγος, αδέλφια, γιος και ανιψιός Ολυμπιονίκες) και το βάρος του ονόματος της οικογενείας της, οι Ελλανοδίκες συσκέφθηκαν και τελικά αποφάσισαν να μην την τιμωρήσουν. Από τότε όμως ορίστηκε να εμφανίζονται οι αθλητές στο στίβο γυμνοί.

Η ιστορία της Καλλιπάτειρας έκανε εντύπωση τόσο στους συγχρόνους της, όσο και στις μετέπειτα γενεές, το όνομά της όμως δε φαίνεται να χρησιμοποιείται σήμερα ως βαπτιστικό. Τουλάχιστον από τη δική μας έρευνα σε ένα πανελλήνιο δείγμα 27.000 περίπου γυναικών, όπου προέκυψαν 1.500 περίπου γυναικεία ονόματα, το Καλλιπάτειρα δεν έχει καμία εμφάνιση.

Με τον Περικλή και την Ασπασία

Ενα ταξίδι στην αρχαιότητα σήμερα, για να γνωρίσουμε τον Περικλή που συνέβαλε τα μέγιστα στο να γίνει η Αθήνα πολιτιστικό και πνευματικό κέντρο του αρχαιοελληνικού κόσμου και να χαρακτηριστεί ο 5ος ως «χρυσός αιώνας». Δεν μπορεί να μιλήσει κανείς για τον Περικλή χωρίς παράλληλη αναφορά στην Ασπασία.

Περικλής, ο πολιτικός

ΣΚΙΤΣΟ ΤΟΥ ΦΩΚΙΩΝΑ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗ
Αρχαίες πηγές τον περιγράφουν ρωμαλέο, κομψό, μεγάλο ρήτορα, επιβλητικό, αδιάφθορο, οικονόμο, διορατικό και με πολλά ψυχικά χαρίσματα.
Οι ολιγαρχικοί τον κακολογούσαν.
Τον έλεγαν Ολύμπιο Περικλή επειδή «άστραφτε και βροντούσε και ενθουσίαζε την Ελλάδα», καθώς επίσης επειδή κρατούσε τα όπλα του Δία ενώ αγόρευε και κρεμμυδοκέφαλο ενώ οι κωμωδιογράφοι προσπαθούσαν με τη σάτιρα και την κακογλωσσιά τους να τον κάνουν να χάσει το κύρος του και την αίγλη στα λαϊκά στρώματα. Ο αθηναϊκός λαός όμως δεν τους έδινε σημασία. Καμάρωνε το αρχηγό του και τον τιμούσε.
Όταν μιλούσε στην Πνύκα συνάρπαζε τις μάζες με την ευγλωττία του, την τετράγωνη λογική του, τα ατράνταχτα επιχειρήματα, τις καθαρές του σκέψεις. Οι ιδέες του ήταν πάντα δημοκρατικές. Είχε κάτι επιβλητικό. Δίδασκε και έπειθε. Δεν έβριζε τους αντιπάλους του παρά τους αποστόμωνε με τα επιχειρήματά του. Είχε καλή μόρφωση, διάβαζε και συναναστρεφόταν σοφούς και καλλιτέχνες.
Η αθηναϊκή δημοκρατία την περίοδο αυτή έγραψε τις πιο λαμπρές σελίδες της. Ηταν ο εκτελεστής της εσωτερικής και εξωτερικής πολιτικής του δημοκρατικού κόμματος και μέγας προστάτης των τεχνών, της λογοτεχνίας και των επιστημών, ο βασικός υπεύθυνος για το γεγονός ότι η Αθήνα έγινε το πολιτιστικό και πνευματικό κέντρο του αρχαίου κόσμου.
ΠΙΝΑΚΑΣ ΤΟΥ ΑΛΜΑ ΤΑΝΤΕΜΑ ΠΟΥ ΑΠΕΙΚΟΝΙΖΕΙ
ΤΟΝ ΠΕΡΙΚΛΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΣΠΑΣΙΑ
ΣΤΟ ΕΡΓΟΤΑΞΙΟ ΤΟΥ ΠΑΡΘΕΝΩΝΑ,
ΟΠΟΥ ΘΑΥΜΑΖΟΥΝ ΤΗ ΖΩΦΟΡΟ
Επίσης, σε αυτόν οφείλεται η κατασκευή πολλών από τα σημαντικά μνημεία που κοσμούσαν την Αρχαία Αθήνα, με εκείνα της Ακρόπολης να διατηρούν εξέχουσα θέση ανάμεσά τους. Ο Περικλής δεν τα βρήκε όλα ρόδινα από την αρχή. Πάλεψε για να επικρατήσει και κόπιασε πάρα πολύ για να κάνει πράξη τα σχέδιά του.
Οι ολιγαρχικοί πολιτικοί δε σταμάτησαν στιγμή να τον πολεμούν και διανοούμενοι προσκείμενοι στους ολιγαρχικούς αντιπολιτεύονταν μέρα και νύχτα τον Περικλή και το κόμμα του. Ακόμα και οι κωμωδιογράφοι, με σάτιρα, κακογλωσσιά και κουτσομπολιό προσπαθούσαν να τον παρουσιάσουν σαν ψωροφαντασμένο δικτάτορα, λέγαν πως τους λόγους του τους έγραφε η Ασπασία, στο σπίτι του γίνονταν όργια και οι φιλόσοφοι που τον συναναστρέφονταν ήταν άθεοι. Στην πολεμική ενέπλεξαν και την Ασπασία που την έβριζαν με τις πιο χυδαίες λέξεις.
Η Ασπασία μάλιστα το είχε «παρακάνει». Ανακατευόταν στην πολιτική. Κάποτε πήγε και σε δημόσια συγκέντρωση αν και απαγορευόταν στις γυναίκες να παίρνουν μέρος. Ισως και να είπε και τη γνώμη της. Γι’ αυτό θεωρήθηκε μέγα σκάνδαλο. Στους δρόμους, στο θέατρο, στην αγορά, παντού η Ασπασία ήταν η ξετσίπωτη, η πόρνη που είχε σπιτωμένες γυναίκες και κορίτσια. Την κατηγόρησαν μέχρι και για αθεΐα και ότι είχε μετατρέψει το σπίτι της σε οίκο ανοχής. Και οι δύο κατηγορίες ήταν σοβαρές και η Ασπασία θα είχε άσχημα μπλεξίματα αν δεν την προστάτευε ο Περικλής. Την αγαπούσε και την εκτιμούσε πάρα πολύ. Ηταν η καλύτερη σύμβουλός του. Ασκησε όλη την επιρροή του και τελικά την έσωσε.

Ασπασία, η εταίρα

Ο ΠΕΡΙΚΛΗΣ ΑΓΟΡΕΥΕΙ ΣΤΟ ΛΟΦΟ ΤΗΣ ΠΝΥΚΑΣ
(ΦΑΝΤΑΣΤΙΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ ΤΟΥ F. FOLTZ, 19ος αι.
Η διασημότερη γυναίκα της αρχαιότητας. Εταίρα, μετέπειτα σύζυγος του Περικλή και εξέχουσα μορφή της αθηναϊκής πνευματικής και πολιτικής ζωής του 5ου αιώνα π.Χ. Δεν ήταν μια κοινή πόρνη. Δεν πουλούσε ο κορμί της. Ηταν 36 ετών όταν γοήτευσε τον Περικλή. Εζησε σε μια εποχή που η πνευματική καλλιέργεια ήταν προνόμιο των ανδρών και η γυναίκα ήταν περιορισμένη στο γυναικωνίτη, αμόρφωτη και απομακρυσμένη από τις κοινωνικές εκδηλώσεις.
Σ’ αυτή την κοινωνία η Ασπασία διακρίθηκε για την εξυπνάδα, τη μόρφωση, την ευγλωττία και την ομορφιά της και άσκησε τεράστια επίδραση. Στάθηκε πιστή σύντροφος του Περικλή και στις καλές και στις δύσκολες στιγμές της ζωής του.
Ο Περικλής κατηγορήθηκε κατά κόρον για τις σχέσεις του – που άρχισαν όταν ήταν ήδη από χρόνια παντρεμένος και με μεγάλα παιδιά – με την Ασπασία. Μα, ας σκεφτούμε λίγο: Ο Περικλής ήταν μια επιφανής προσωπικότητα, με ευρείς και πολυσχιδείς ορίζοντες και με ολόπλευρη, για την εποχή του, μόρφωση. Πώς θα ήταν δυνατόν να αισθάνεται σαν δική του τη συντροφιά (;) της συζύγου του, μιας συνηθισμένης γυναίκας της τάξης του και της κάστας του, συνεπώς ασύγκριτα κατώτερής του σε όλα όσα τον ενδιέφεραν; Πώς να τον κατηγορήσουμε γιατί αιχμαλωτίστηκε από μια γυναίκα όχι μόνο, σύμφωνα με τις πηγές, πολύ όμορφη, αλλά και αρκετά ικανή, ώστε να συζητά μαζί της διπλωματικά θέματα και αρκετά μορφωμένη, ώστε πολλοί να τη θεωρούν σαν τον πραγματικό συγγραφέα του «Επιταφίου»; Της αποδόθηκε η κήρυξη του Πελοποννησιακού Πολέμου από τον Περικλή.
Αν πιστέψουμε τον Πλούταρχο, «δόξαν είχε το γύναιον επί ρητορική πολλοίς Αθηναίοις ομιλείν».

Το πόσο ο ένδοξος πολιτικός του «Χρυσού Αιώνα» είχε ταυτιστεί με «το γύναιον», φαίνεται και από το γεγονός ότι όταν η Ασπασία κατηγορήθηκε για ασέβεια, κατηγορία που θα μπορούσε να επισύρει την ποινή του θανάτου, ο Περικλής δε δίστασε να παρέμβει ο ίδιος για να τη σώσει, «αφείς υπέρ αυτής εις δάκρυα και δεηθείς υπέρ αυτής». Οταν μετά το θάνατο του Περικλή παντρεύτηκε κάποιον Λυσικλή, προβατέμπορα ταπεινής καταγωγής, αυτός έγινε ο σπουδαιότερος άνδρας της Αθήνας επειδή παντρεύτηκε την Ασπασία.

Οι εταίρες

«ΤΩΡΑ ΟΙ ΠΙΚΡΟΣΤΟΜΕΣ ΓΙΑ ΜΕ ΦΗΜΕΣ
Θ’ ΑΛΛΑΞΟΥΝ ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ Η ΑΧΩ Θ’ ΑΝΤΙΛΑΛΗΣΕΙ:
«ΤΙΜΗ ΣΤΑ ΘΗΛΥΚΑ!»…».
ΜΑΡΜΑΡΙΝΗ ΠΡΟΤΟΜΗ ΤΗΣ ΑΣΠΑΣΙΑΣ,
ΠΟΥ ΦΕΡΕΙ ΕΠΙΓΡΑΦΗ ΜΕ ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΗΣ.
ΡΩΜΑΙΚΟ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟ, ΕΛΛΗΝΙΣΤΙΚΟΥ ΑΓΑΛΜΑΤΟΣ
( ΜΟΥΣΕΙΟ ΤΟΥ ΒΑΤΙΚΑΝΟΥ, ΡΩΜΗ)
Ενώ η θέση της παντρεμένης γυναίκας ήταν πολύ κατώτερη του άντρα και στο σπίτι και στην κοινωνία, υπήρχαν γυναίκες που η κοινωνική τους θέση ήταν ισότιμη με του άντρα, οι εταίρες. Απελευθερωμένη από την ανδρική κηδεμονία μπορούσε να συμμετέχει σε συμπόσια, να διαχειρίζεται τα οικονομικά της και να μιλά με τους άνδρες ως ίση προς ίσο. Στην αρχαία Αθήνα ο εταιρισμός ήταν καθεστώς καθιερωμένο και νόμιμο. Και δεν ήταν καθόλου μεμπτό οι παντρεμένοι να συχνάζουν στα σαλόνια της εποχής απολαμβάνοντας και τις χαρές ενός υψηλού πνευματικού επιπέδου που δεν μπορούσε να τους προσφέρει η νόμιμη σύζυγος. Με του κορμιού και του μυαλού τα θέλγητρα ευχαριστούσαν και ξεκούραζαν τους Αθηναίους.
Οι εταίρες – φίλες – διακρίνονταν για τη μόρφωσή τους, την ομορφιά και την κομψότητα. Σήκωσαν τα σκήπτρα της κομψότητας που οι άλλες γυναίκες είχαν αφήσει να πέσουν. Σε αυτές ανήκε η καλλιέργεια των τεχνών, η ψυχαγωγία των πολιτικών και το δικαίωμα να αναμειγνύονται στους πιο σοβαρούς λόγους των φιλοσόφων.
Γενικότερα κυριαρχούν με την ευφυία και τη χάρη τους. Οπως έλεγε ένας ρήτορας του 4ου αιώνα: «τις εταίρες τις έχουμε για το θέλγητρο της ζωής, τις παλλακίδες για τις καθημερινές μας σεξουαλικές μας ανάγκες και τις γυναίκες μας για να μας κάνουν γνήσια παιδιά και να φυλάγουν το νοικοκυριό μας».
Οι εταίρες – ήταν οι απελευθερωμένες δούλες – πρωτομίλησαν για τα δικαιώματα των γυναικών. «Είχαν τη μόρφωση αλλά και το δικαίωμα της ελευθεροστομίας και μπορούσαν να μιλήσουν για το ξεσκλάβωμα της γυναίκας και την κατάργηση του γυναικωνίτη. Και αυτό έγινε όχι από αίσθημα αλληλεγγύης – οι εταίρες είχαν κάθε λόγο να μη χωνεύουν τις παντρεμένες γυναίκες – μα και από την ανάγκη που είχαν να πάρουν τα δικαιώματα που θα έδιναν την ισοτιμία στα δύο φύλα, κι έτσι δε θα ‘χαν κατώτερη θέση στην κοινωνία.
Οσο κι αν οι εταίρες καλοζωούσαν και καλοπερνούσαν, κι όσο κι αν ο Περικλής είχε σπιτώσει τη μεγαλύτερη διανοούμενη γυναίκα της εποχής του, την εταίρα Ασπασία, και ο Σωκράτης πήγαινε κάθε μέρα στο σπίτι της εταίρας Θεοδότης, και όλοι οι σοφοί και πολιτικοί σύχναζαν στα σαλόνια, όπως θα λέγαμε σήμερα, των εταίρων, οι «ελεύθερες» αυτές γυναίκες δεν είχαν άλλα δικαιώματα, εξόν από το να πωλούν ελεύθερα το κορμί τους (…)
Πολλοί Αθηναίοι περιφρονώντας την παράδοση πήγαιναν στο σπίτι του Περικλή με τις γυναίκες τους, για να ακούσουν την Ασπασία, να διδαχτούν πολλά από την εταίρα, που ήταν ο στόχος της κακογλωσσιάς των ολιγαρχικών, μα και το καμάρι και ο ιδανικός σύντροφος του Περικλή».

Η διάδοση των ονομάτων

Το όνομα Περικλής (< περί- + -κλής < κλέος (= δόξα) – ο ένδοξος, ο φημισμένος) έχει 99 εμφανίσεις (σε δείγμα 51.779 ανδρών) και το Ασπασία (< ασπάσιος < ασπάζομαι – η αγαπητή, η επιθυμητή) 94 εμφανίσεις (σε δείγμα 28.965 γυναικών). Υπάρχει και ο τύπος Ασπα, με μία εμφάνιση στο δείγμα.

Στην Καλογρέζα με την … Φιλοθέη

ΤΟ «ΕΛΑΦΙ» ΤΟΥ ΧΡΗΣΤΟΥ ΚΑΠΡΑΛΟΥ,
ΚΟΣΜΕΙ ΤΗΝ ΠΑΙΔΙΚΗ ΧΑΡΑ «ΔΗΜ. ΠΙΚΙΩΝΗ» ΤΗΣ ΦΙΛΟΘΕΗΣ
Η Αγία Φιλοθέη, κατά κόσμον Παρασκευή Βενιζέλου, είναι στενά συνδεδεμένη με την πόλη των Αθηνών αφού το όνομα τριών συνοικιών της συνδέεται με αυτή. Η Ρηγούλα ή Ρεβούλα (Παρασκευούλα), όπως ήταν το κοσμικό της όνομα, γόνος αθηναϊκής αρχοντικής οικογένειας του Αγγελου Βενιζέλου και της Σηρίγης Παλαιολογίνας, γεννήθηκε το 1522 και πέθανε το 1589. Το πατρικό σπίτι της βρισκόταν εκεί που σήμερα υψώνεται το μέγαρο αρχιεπισκοπής Αθηνών, γι’ αυτό άλλωστε, η οδός αυτή ονομάζεται οδός Αγίας Φιλοθέης. Ηταν κάτοχος εξαιρετικής παιδείας, κάτι σπάνιο για κορίτσι της εποχής της. Τα εκκλησιαστικά κείμενα δίνουν έμφαση στο ήθος, στην ευφυΐα της και στο πλούσιο φιλανθρωπικό της έργο.
Σε ηλικία 14 ετών παντρεύτηκε τον κατά πολύ μεγαλύτερό της Ανδρέα Χειλά, ο οποίος ανήκε σε αρχοντική οικογένεια της Αθήνας. Ο γάμος, ενάντια στη θέλησή της, διήρκεσε τρία χρόνια, έπειτα η Ρεβούλα χήρεψε. Στα 17 της χρόνια ήταν περιζήτητη νύφη. Ομορφη, πάμπλουτη, καταγόμενη από δύο αρχοντικές και σημαντικές οικογένειες, μορφωμένη και ελεύθερη. Οι γονείς της την πίεζαν να συνάψει δεύτερο γάμο, όμως αυτή τη φορά η Ρεβούλα δεν εισάκουσε την επιθυμία των γονιών της, δηλώνοντας ότι επιθυμεί να ακολουθήσει ασκητική ζωή. Επιδόθηκε σε φιλανθρωπικό έργο και δέκα χρόνια μετά το θάνατο των γονιών της, έλαβε το μοναχικό σχήμα και το όνομα Φιλοθέη
Η ΦΙΛΟΘΕΗ ΤΟ 1940
(υπέγραφε τις επιστολές της ως «Φιλόθεος μοναχή»).

Μετέτρεψε το ναΐσκο του Αγίου Ανδρέα που βρισκόταν στον περίβολο του πατρικού της αρχοντικού, σε γυναικείο μοναστήρι – κοινόβιο. Αυτή η εκκλησία βρισκόταν στη σημερινή οδό Αγίας Φιλοθέης. Την γκρέμισε τη δεκαετία του 1890 ο Μητροπολίτης Αθηνών και έχτισε το παρεκκλήσι που υπάρχει τώρα.
Σε αυτή τη μονή (ονομαζόταν και Παρθενώνας) που είχε και βιοτεχνικό χαρακτήρα, η Φιλοθέη έδινε άσυλο σε παρθένες κόρες για να μην τις ατιμάσουν οι Τούρκοι ή τις πάρουν για τα χαρέμια τους. Οι νέες εκεί μάθαιναν να φτιάχνουν κάθε είδους χειροτεχνημάτων (κυρίως υφαντά και πλεκτά) βγάζοντας έτσι τα προς το ζην. Ο αριθμός των μοναζουσών έφτασε μέχρι τις 200 κάποια στιγμή. «Οσα κορίτσια ορφάνευαν και δεν είχαν πού να μείνουν πήγαιναν στο μοναστήρι της Αγίας Φιλοθέης και εκεί σπούδαζαν αναλόγως της περιουσίας και της κοινωνικής τους θέσης. Εάν ήταν αρχοντοπούλες μάθαιναν εάν ήθελαν και γράμματα. Εάν ήταν φτωχά κορίτσια μάθαιναν να υφαίνουν, να γνέθουν και όλες τις άλλες δουλειές που χρειάζονται σε μια κόρη φτωχή».
ΥΠΕΡΜΕΓΕΘΗΣ ΠΡΟΤΟΜΗ ΤΟΥ ΠΟΙΗΤΗ ΚΩΣΤΗ ΠΑΛΑΜΑ,
ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΛΑΖΑΡΟΥ ΛΑΜΕΡΑ, ΠΟΥ ΒΡΙΣΚΕΤΑΙ
ΣΤΗ ΘΕΣΗ «ΠΕΤΡΙΝΟ ΠΕΡΙΠΤΕΡΟ» ΣΤΗ ΦΙΛΟΘΕΗ
Το μοναστήρι διέθετε νοσοκομείο και εστιατόριο και με το χρόνο απέκτησε τεράστια περιουσία. Συνεισέφεραν και οι αρχοντικές οικογένειες της Αθήνας. Οπως προκύπτει από ομολογία του 1579, η οικογένεια Χαλκωματάδων προσέφερε «ουκ ολίγα χρήματα και κτήματα (…) διά να γράψει ονόματα τρία» (δηλαδή, να μνημονεύονται στη λειτουργία τα ονόματα του άνδρα της, του πατέρα της και της ίδιας). Εναν αιώνα αργότερα η μονή σχεδόν ερημώθηκε.

Λένε τα συναξάρια της αγίας, ότι το φιλανθρωπικό έργο της ενόχλησε τους Τούρκους, οι οποίοι τη συνέλαβαν και την κακοποίησαν.
Τρεις μήνες μετά, στις 19 Φλεβάρη 1589, η Παρασκευή Βενιζέλου πέθανε. Μετά το θάνατό της τρεις αρχιερείς: ο Κορινθίας, ο Αθηνών, ο Θηβών και ο κλήρος της Αθήνας ζήτησαν από το Πατριαρχείο την καθαγίασή της για τον «ενάρετο και αγαθοποιό βίο της». Ετσι το 1600 ανακηρύχτηκε Αγία Φιλοθέη και συν των άλλων προστέθηκε στον κατάλογο των χριστιανικών ονομάτων ένα ακόμη. Ηταν ένα όνομα που έπαιρναν συχνά κληρικοί και μοναχοί τον 16ο αιώνα (φιλόθεος < φιλώ + θεός = αυτή που αγαπά το Θεό). Σήμερα το όνομα Φιλοθέη έχει 5 εμφανίσεις (σε δείγμα 42.148 γυναικών) και το Φιλόθεος 4 εμφανίσεις (σε δείγμα 80.532 ανδρών).

Κοσμητικά επίθετα» και συγκρούσεις…

Τα περισσότερα από όσα αναφέραμε απηχούν την κυρίαρχη χριστιανική αντίληψη για το βίο και το ήθος της αγίας. Δεν υπάρχει πουθενά αναφορά στον ιδιότροπο, εμπαθή και ευέξαπτο χαρακτήρα της μοναχής. Αυτός προκύπτει από μια επιστολή της όπου δεν εκφράζεται καθόλου κολακευτικά για τους συγχρόνους της Αθηναίους.
Την επιστολή αυτή δημοσιεύει ο Κωνσταντίνος Ν. Σάθας. Η μοναχή ήρθε σε ρήξη με τους συμπολίτες της Αθηναίους για κτηματικούς λόγους και τόσο είχε επισύρει την οργή των Αθηναίων εναντίον της ώστε αναγκάστηκε να έρθει στην Αθήνα ο μέγας Λογοθέτης (ανώτατος πατριαρχικός αξιωματούχος) προκειμένου να κατευνάσει την οργή των Αθηναίων και να απαλλάξει τη μοναχή από τα επικείμενα δεινά. Για να τον ευχαριστήσει η «ΦΙΛΟΘΕΟΣ μοναχή», όπως υπογράφει, του έστειλε επιστολή με εκφράσεις και χαρακτηρισμούς καθόλου τιμητικές για τους Αθηναίους. Λέει σε αυτή την επιστολή μεταξύ άλλων: «Χωρίς σκέψη συμπεριφερόμενοι Αθηναίοι δεν γνωρίζουν τη διάκριση καλού και κακού, τις μεν αρετές μισούν τις δε κακίες αγαπούν. Οπως λέει κάποιος από τους σοφούς, οι ανόητοι μέμφονται τα καλά, γι’ αυτό και η ίδια σιωπώ στις πολλές ύβρεις που ακούω, όπως ο ήχος της θάλασσας όταν κλυδωνίζεται, αλλά εγώ τον ύψιστο δέχομαι Κριτή, ο οποίος γνωρίζει ότι τα φαύλα θα αποδοθούν πίσω ολοκληρωτικά».

«Ο ΑΥΛΗΤΗΣ» ΤΟΥ ΚΩΣΤΑ ΚΛΟΥΒΑΤΟΥ,
ΚΟΣΜΕΙ ΤΗΝ ΠΑΙΔΙΚΗ ΧΑΡΑ «ΔΗΜ. ΠΙΚΙΩΝΗ» ΤΗΣ ΦΙΛΟΘΕΗΣ.
ΠΑΝΩ ΑΡΙΣΤΕΡΑ ΣΤΟ ΑΝΑΓΛΥΦΟ ΑΝΑΓΡΑΦΕΤΑΙ:
«ΤΗΣ ΓΕΝΙΑΣ ΜΟΥ ΜΗΝΥΜΑ ΦΕΡΝ’ Η ΠΕΤΡΙΝΗ ΦΩΝΗ ΜΟΥ
ΠΟΥ Η ΣΙΩΠΗ ΜΟΥ ΕΘΡΕΨΕ
ΣΤΗ ΦΩΤΙΑ ΚΑΙ ΣΤΑ ΧΑΛΑΣΜΑΤΑ»…
Κατατάσσει τους Αθηναίους στο αγοραίο γένος, αχρείο και άτιμο. Μάλιστα αυτό το γένος δεν έχει κάποιον να το συμβουλεύσει είναι ανόσιο, βδελυρό, χωρίς μυαλό, το στόμα εύκολα ανοίγει για λοιδορία, μεμψιμοιρία και φλυαρία, είναι βαρβαρόγλωσσο, αρέσκεται να βρίσκει ελαττώματα στους άλλους, φιλοτάραχο, μικροπρεπές, μικρόψυχο, πολύλογο, υπερφίαλο, άνομο, δολερό, περίεργο, άγρυπνο για τις συμφορές των άλλων. Και αναρωτιέται πώς αυτοί ορθά θα σκεφτούν. Αφού είναι το έργο τους βάρβαρο και η σκέψη τους είναι βάρβαρη. Θεωρεί ότι αυτοί δεν μπορούν να γίνουν μάρτυρες της δίκης αλλά έντιμοι άνδρες και άνθρωποι των γραμμάτων θα αντιληφθούν την αλήθεια. Επιπλέον, οι Αθηναίοι είναι χωρίς έλεος για τους άριστους. Ο Σωκράτης πέθανε αδίκως συκοφαντηθείς από αυτούς, ο Θεμιστοκλής εξορίστηκε και ο Μιλτιάδης πέθανε στη φυλακή.
Και αφού φιλοδωρεί με πλείστους χαρακτηρισμούς τους Αθηναίους που τους διακρίνει από τους «έντιμους» και «ελλόγιμους» που προφανώς είναι οι προύχοντες και το πνευματικό κατεστημένο της πόλης, καταλήγει απευθυνόμενη στο μέγα Λογοθέτη, λέγοντάς του ότι πήρε το θάρρος από την ευσπλαχνία που της έδειξε και του γράφει ως αγαπητό πατέρα κατά των αλαζόνων.
Η αγία ήρθε σε σύγκρουση και με τον κτήτορα της Μονής Πεντέλης Τιμόθεο, μετέπειτα άγιο. Η νέα μονή έκανε δυναμική εμφάνιση με ταχεία αύξηση της κτηματικής της περιουσίας πράγμα που την έφερε σε σύγκρουση με άλλους γαιοκτήμονες της περιοχής όπως ήταν η Αγία Φιλοθέη. Αποτέλεσμα αυτής της σύγκρουσης ήταν η απαγόρευση εισόδου γυναικών στη μονή Πεντέλης και ανδρών στη μονή της Φιλοθέης.

Πόθεν το Καλογρέζα;

Πώς συνδέθηκε η αγία με το Ψυχικό, την Καλογρέζα…

ΤΟ ΚΟΛΕΓΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΤΟ ΨΥΧΙΚΟ,
ΟΠΩΣ ΗΤΑΝ ΤΙΣ ΠΡΩΤΕΣ ΔΕΚΑΕΤΙΕΣ ΤΟΥ 20ου ΑΙΩΝΑ
Την περιοχή, γνωστή ως κτήμα Καλογρέζας (σημερινή Φιλοθέη, Ψυχικό και Καλογρέζα) καθώς και το μετόχι του Αγίου Ανδρέα στα Πατήσια, η Φιλοθέη τα είχε αγοράσει το 1560, η οποία υποστηρίζεται από πολλούς πως προσέφερε νερό στους περαστικούς από το πηγάδι που άνοιξε στο κτήμα της. Η αγαθοεργία ονομάστηκε από τους χριστιανούς ψυχικό αφού έγινε για την ψυχική σωτηρία της ιδιοκτήτριας της μονής. Από αυτό προήλθε και η ονομασία του γειτονικού Ψυχικού.
Τελευταίος ιδιοκτήτης του κτήματος Καλογρέζας ήταν ο Χοϊδάς. Διαιρέθηκε σε δύο τμήματα, το τμήμα βόρεια της σιδηροδρομικής γραμμής (Αθηνών – Λαυρίου) πέρασε στην ιδιοκτησία του Χαροκόπου και το τμήμα νότια, στην Αλεξανδρινή εταιρεία που ήθελε να φτιάξει συνοικισμό. Στο πρώτο τμήμα ήταν ο Ναός της Αγίας Φιλοθέης και λίγα σπιτάκια, στο άλλο τμήμα του κτήματος ήταν το ασκητήριό της. Την Ρηγούλα Βενιζέλου πριν αγιάσει την αποκαλούσαν οι Αθηναίοι Κυρά ή Καλογρέζα, δηλαδή καλόγρια και έτσι ονομάστηκε η περιοχή προς τιμήν της Καλογρέζα (Από το αρβανίτικο kalogreza που σημαίνει καλογριούλα).
Αυτή δεν είναι η μοναδική ερμηνεία για την προέλευση του ονόματος.
Στην αρχαία Αθήνα υπήρχε ο δήμος Ευπυρίδες (εύπυρος = εύφορος σε σίτο, σιτοφόρος), η ακριβής θέση του οποίου δεν έχει προσδιοριστεί με ακρίβεια. Κάποιοι τον τοποθετούν στη σημερινή Καλογρέζα. Στην περίοδο της τουρκοκρατίας αλλά και αργότερα ήταν σιταρότοπος. Με το εύπυρο της περιοχής συνδέει το όνομα ο Διονύσιος Σουρμελής:

Η ΠΛΑΤΕΙΑ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ ΣΤΗΝ ΚΑΛΟΓΡΕΖΑ
«Ονομάζεται ο τόπος αυτός από τα χρόνια των Σταυροφόρων Δουκών της Αθήνας Καλογράνης, και κατά την αλβανική κατάληξη Καλογρέζα, η οποία και επικράτησε.
Στην αλβανική διάλεκτο τα θηλυκά ονόματα καταλήγουν σε -εζα ή και -ιζα όπως βελανιδιά βελανιδέζα, πύλη πύληζα κλπ. Οι Ελληνες από το Μεσαίωνα για το γραικορωμαϊκό βασίλειο του Βυζαντίου συνήθισαν να προφέρουν πολλές λέξεις των Φράγκων, και προπαντός οι εμπορευάμενοι στην Ιταλία Ελληνες, ώστε η λέξη γράνο, που σημαίνει σίτος, ήταν και είναι από αυτούς σε κοινή χρήση. Οι άρχοντες των Αθηνών, σταυροφόροι, ερμήνευσαν το όνομα «Ευπυρίδης» ως Καλογράνης (καλός σίτος). Εξ αυτών των Καλογράνων υπήρξε στην Αθήνα οικογένεια Καλογράνης.
Τέλος η εκδοχή του Θ. Πολυκράτη που θεωρεί ότι το όνομα Καλογρέζα σημαίνει «μεγάλο πηγάδι».
Στην πρώτη απογραφή του Ελληνικού κράτους (1834) η Καλογρέζα είχε 8 κατοίκους,
το 1896 18,
16 το 1907
και το 1920 μόλις 30 κατοίκους.
Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, ήδη από το φθινόπωρο του 1922 άρχισε η εγκατάσταση προσφύγων από τη Μικρά Ασία στην ευρύτερη περιοχή. Το 1950 οι κάτοικοι της περιοχής έφτασαν τους 2.250.

…και η Φιλοθέη

Από το 1926 στην ευρύτερη περιοχή της Καλογρέζας προς τη λεωφόρο Κηφισίας δημιουργήθηκε σταδιακά η Φιλοθέη. Ενα κομμάτι αυτής της έκτασης είχε αγοραστεί στις αρχές του 20ού αιώνα από Αιγυπτιώτες με σκοπό τη δημιουργία οικισμού με το όνομα Νέα Αλεξάνδρεια, όπως ονομαζόταν η περιοχή μέχρι το 1936 που μετονομάστηκε σε κοινότητα Φιλοθέης, προς τιμήν της αγίας.
Αυτό το σχέδιο δεν κατέστη εφικτό και έτσι οι Αιγυπτιώτες μεταβίβασαν την έκταση σε τρίτους.
Από τη δεκαετία του 1920, η διοίκηση της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος ενδιαφερόταν για την εξεύρεση κατάλληλης περιοχής, η οποία θα χρησιμοποιούνταν για τη δημιουργία οικισμού που θα κάλυπτε τις ανάγκες των υπαλλήλων της.
Έτσι επιλέχτηκε η περιοχή που ανήκε στην Αλεξανδρινή εταιρεία και δημιουργήθηκε σιγά σιγά η Φιλοθέη.

Ο Διογένης

ΜΑΡΜΑΡΙΝΟ ΡΩΜΑΙΚΟ ΑΝΑΓΛΥΦΟ ΣΤΟ ΟΠΟΙΟ
ΑΠΕΙΚΟΝΙΖΕΤΑΙ Η ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ
ΤΟΥ ΔΙΟΓΕΝΗ ΜΕ ΤΟΝ ΜΕΓΑ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟ
Μια αναφορά στον κυνικό φιλόσοφο Διογένη – η κυνική φιλοσοφία λέγεται έτσι γιατί οι κυνικοί είχαν ως έμβλημά τους το σκύλο (κύων) και έλεγαν: «Εμείς διαφέρουμε από τους άλλους σκύλους διότι εμείς δεν δαγκώνουμε τους εχθρούς αλλά τους φίλους, για να τους διορθώσουμε».

Ο Διογένης ήταν το πρότυπο της λιτής ζωής.
Πίστευε ότι οι άνθρωποι δημιουργούν πολλές τεχνητές ανάγκες γι’ αυτό προσπαθούσε να είναι ανεξάρτητος από αυτές. Ιδιαίτερα επίκαιρος σήμερα που η ανάγκη γίνεται αναγκασμός. Παροιμιώδης έμεινε η απλότητα, η λιτότητα, το ελεγκτικό και χλευαστικό πνεύμα του απέναντι στους άλλους.

Κάποτε που ταξίδευε προς την Αίγινα, τον έπιασαν πειρατές και τον μετέφεραν στην Κρήτη, για να τον πουλήσουν ως δούλο.
Οταν ο κήρυκας, στην πώληση, τον ρώτησε τι τέχνη ήξερε, απάντησε «ανθρώπων άρχειν», και βλέποντας έναν καλοντυμένο Κορίνθιο, τον Ξενιάδη, τον έδειξε στον κήρυκα και είπε:
Ο ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΕΡΧΕΤΑΙ ΚΥΛΩΝΤΑΣ ΤΟ ΠΙΘΑΡΙ ΤΟΥ
ΚΙ ΑΝΑΒΕΙ ΤΟ ΦΑΝΑΡΙ ΤΟΥ.
ΣΥ, ΠΟΥ ΤΑΠΕΙΝΩΣΕΣ ΚΙ ΑΥΤΟΝ
ΤΟΝ ΜΕΓΑΝ ΜΑΚΕΔΟΝΑ,
ΚΑΛΩΣ ΜΑΣ ΗΛΘΕΣ, ΚΥΝΙΚΕ,
ΣΕ ΤΟΥΤΟΝ ΤΟΝ ΑΙΩΝΑ.
ΠΑΛΙ ΓΙΑ ΝΑΒΡΕΙΣ ΑΝΘΡΩΠΟ
ΜΕ ΤΟ ΦΑΝΑΡΙ ΒΓΗΚΕΣ…
ΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟ ΠΟΥ ΓΥΡΕΥΕΣ
ΑΚΟΜΗ ΔΕΝ ΤΟΝ ΒΡΗΚΕΣ;
ΕΓΩ ΚΑΙ ΧΟΙΡΟΥΣ ΓΝΩΡΙΣΑ,
ΠΟΥ ΓΙΝΗΚΑΝ ΑΝΘΡΩΠΟΙ,
ΚΑΙ ΤΩΡΑ ΠΑΝΕ ΚΙ ΕΡΧΟΝΤΑΙ
ΜΕΣ’ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ(Γ. ΣΟΥΡΗΣ)
ΜΠΟΣΤ: ΜΕΓΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ
ΚΑΙ ΦΙΛΟΣΟΦΟΣ ΔΙΟΓΕΝΗΣ
ΕΝΘΥΜΙΟΝ ΚΟΡΙΝΘΟΥ
«Σ’ αυτόν να με πωλήσεις! Αυτός χρειάζεται δεσπότη».
Ο Ξενιάδης αγόρασε πραγματικά τον παράξενο δούλο κι ο Διογένης του είπε: «Από δω κι εμπρός, θα με υπακούς. Μήπως δεν θ’ άφηνες το γιατρό σου ή τον ναύκληρό σου να σε διευθύνουν, αν ήταν δούλοι;». Ο Ξενιάδης τον πήρε μαζί του στην Κόρινθο και του εμπιστεύθηκε την ανατροφή του παιδιού του.
Οι Αθηναίοι φίλοι του Διογένη, όταν έμαθαν την περιπέτειά του, θέλησαν να τον εξαγοράσουν, εκείνος όμως αρνήθηκε, λέγοντας πως ένα αιχμάλωτο λιοντάρι δεν είναι δούλος εκείνου που τον τρέφει, αλλά το αντίστροφο.


Ο Πλάτων εκτιμούσε τον Διογένη και τον έλεγε Σωκράτην μαινόμενον. Κάποτε, στην Αθήνα, ο Διογένης επισκέφθηκε το σπίτι του Πλάτωνα και, πατώντας ξυπόλητος στα πολυτελή χαλιά, είπε: «Πατώ την ματαιοδοξία του Πλάτωνα».
Ο Πλάτων του απάντησε με ετοιμότητα: «Ναι, αλλά με άλλη ματαιοδοξία!». Οταν άκουσε τον ορισμό του ανθρώπου από τον Πλάτωνα («ον δίπουν άπτερον») μάδησε έναν πετεινό και δείχνοντάς τον στην Ακαδημία, είπε: «Ιδού ο άνθρωπος του Πλάτωνα!». Αυτό ανάγκασε τον Πλάτωνα να συμπληρώσει τον ορισμό του, προσθέτοντας τις λέξεις «και πλατυώνυχον».

Το γνωστότερο περιστατικό που διασώζει η παράδοση είναι που άναψε ένα φανάρι μέρα μεσημέρι και γύριζε στην πόλη σαν να ζητούσε κάποιον. Οταν τον ρώτησαν τι κάνει απάντησε: «Ανθρωπον ζητώ».

Το γεγονός ότι ο Διογένης δεν ήταν προσηλωμένος σε καμιά πατρίδα, είχε συνέπεια να τον χαρακτηρίσουν κοσμοπολίτη.

Πέθανε στην Κόρινθο σε βαθιά γεράματα. Οι Κορίνθιοι τον κήδεψαν με μεγαλοπρέπεια και ανήγειραν στον τάφο του μια στήλη με ένα σκύλο, από μάρμαρο της Πάρου. Αργότερα έγινε γνωστό ότι την ίδια ημέρα που ξεψύχησε ο Διογένης στην Κόρινθο, πέθανε και ο Μέγας Αλέξανδρος στη Βαβυλώνα.

«Καλώς μας ήλθες, κυνικέ, σε τούτον τον αιώνα»

Ο Διογένης ο Λαέρτιος παραθέτει μακρότατο κατάλογο έργων του, αλλά κανένα δε σώθηκε. Χρησιμοποιούσε τον αστεϊσμό και το λογοπαίγνιο ως μέσο για τα διδάγματά του. Η αλήθεια τους τους έφερε «σε τούτον τον αιώνα»:
Τον ρώτησαν κάποτε πότε πρέπει κανείς να γευματίζει και απάντησε:
NICOLAS POUSSIN (1647, ΠΑΡΙΣΙ, ΜΟΥΣΕΙΟ ΛΟΥΒΡΟΥ)
«Οι πλούσιοι όποτε θέλουν. Οι φτωχοί όποτε μπορούν».

Τον ρώτησαν ποια θηρία δαγκώνουν περισσότερο: «Από τα άγρια ο συκοφάντης. Από τα ήμερα ο κόλαξ».

Στο γιατρό Διδύμωνα, που είχε τη φήμη μοιχού, όταν θεράπευε το μάτι μιας παρθένου, είπε: «Πρόσεξε μήπως θεραπεύων τον οφθαλμόν φθείρεις την κόρη!»

Οταν ένας Αθηναίος του ζήτησε ένα πανωφόρι που του είχε δανείσει προ καιρού, απάντησε: «Αν μου το χάρισες, το έχω. Αν μου το δάνεισες, το χρειάζομαι ακόμη».

Στο γιο μιας εταίρας που λιθοβολούσε προς το πλήθος, είπε: «Πρόσεξε, παιδί μου, θα λιθοβολήσεις τον πατέρα σου».

Οταν τον ρώτησαν ποιο κρασί του αρέσει, απάντησε:
ΠΙΝΑΚΑΣ ΤΟΥ JOHN WILLIAM WATERHOUSE (1882)
«Το ξένο».

Βλέποντας έναν αδέξιο τοξότη, πήγε και στάθηκε στο στόχο λέγοντας: «Εδώ δεν υπάρχει κίνδυνος να χτυπηθώ».

Οταν τον ρώτησαν γιατί οι άνθρωποι βοηθούν τους τυφλούς ή τους επαίτες, αλλά όχι τους φιλοσόφους, είπε: «Ολοι φοβούνται μήπως γίνουν κάποτε τυφλοί ή επαίτες, όχι όμως και φιλόσοφοι».


Συχνά στεκόταν μπροστά στις μαρμάρινες στήλες του Ερμή και τις παρακαλούσε να του δώσουν κάτι, λέγοντας ότι γυμναζόταν στην τέχνη να παρακαλά χωρίς να εισακούεται.
Κάποτε που υπήρχε κίνδυνος να εισβάλουν εχθροί στην Κόρινθο και όλοι προετοίμαζαν με ζήλο την άμυνα της πόλης, ο Διογένης, που δεν είχε όπλα γιατί ήταν δούλος, κυλούσε με μεγάλη δραστηριότητα και θόρυβο το πιθάρι του από τη μια άκρη της πλατείας στην άλλη.
Οταν τον ρώτησαν τι κάνει, απάντησε: «Ντρέπομαι ν’ αδρανώ ενώ όλοι εργάζονται τόσο πολύ».
Στην πόρτα ενός μοχθηρού ευνούχου, είδε την επιγραφή: Μηδέν εισίτω κακόν (ας μην μπει κανένα κακό). Ρώτησε τότε: «Και ο οικοδεσπότης, από πού θα μπει;».
Τον ρώτησαν κάποτε πότε πρέπει κανείς να νυμφεύεται και απάντησε: «Οι μεν νέοι ουδέποτε, οι δε πρεσβύτεροι ουδεπώποτε».

Κάποτε που ο Μέγας Αλέξανδρος έστειλε, με κάποιον που λεγόταν Αθλίας,
Η ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΛΕΕΙ ΟΤΙ ΕΙΧΕ ΜΟΝΙΜΗ ΚΑΤΟΙΚΙΑ ΤΟΥ
ΕΝΑ ΠΙΘΑΡΙ (JEAN-LEON GEREME, 1860)
επιστολή προς τον Αντίπατρο, στην Αθήνα, ο Διογένης είπε: «Αθλίας παρ’ αθλίου, δι’ Αθλίου προς άθλιον».

Οταν έφτασε στην Κόρινθο ο Αλέξανδρος πήγε να δει τον Διογένη τον οποίο θαύμαζε.
Τον συνάντησε μέσα στο πιθάρι του και τον ρώτησε αν έχει κάποια επιθυμία.
Ο Διογένης απάντησε αδιάφορα ότι τον παρακαλεί μόνο να παραμερίσει για να μην του κρύβει τον ίσκιο του. Τότε ο Αλέξανδρος είπε στους δίπλα του: «Αν δεν ήμουν Αλέξανδρος θα ήθελα να ήμουν Διογένης».


Το όνομα Διογένης (< Διός + -γενής < γένος – ο γεννημένος από το Δία) έχει 14 εμφανίσεις σε δείγμα 78.017 ανδρικών ονομάτων.

Πώς μας ήρθε και ασχοληθήκαμε σήμερα με τον Διογένη; Ενεκα της εορτής του ομώνυμου αγίου στις 5 Δεκέμβρη

«Κερκόπορτα; Αστεία πράγματα»

Η Ελένη Αρβελέρ διαλύει τους μύθους για την Αλωση.


ΕΛΕΝΗ ΓΛΥΚΑΤΖΗ- ΑΡΒΕΛΕΡ
Η Ελένη Γλύκατζη- Αρβελέρ θυμάται παλαιότερα τους- ξένους φοιτητές της στη Σορβόννη να της στέλνουν… συλλυπητήριο τηλεγράφημα κάθε 29η Μαΐου, την ίδια ώρα που τα περισσότερα Ελληνόπουλα αν τα ρωτούσες τι έγινε τη μέρα εκείνη δεν ήξεραν ακριβώς. Τα τελευταία χρόνια η κατάσταση αντιστράφηκε.
Στην Ελλάδα έγινε, λίγο έως πολύ, μόδα να θυμόμαστε κάθε χρόνο τέτοια μέρα την Αλωση της Πόλης- μερικοί από κεκτημένη ταχύτητα ή άγνοια μιλούν για «εορτασμό», αντί για επέτειο, και να μην αρκούμαστε στον εορτασμό της έναρξης της Επανάστασης, κάθε 25 του Μαρτίου.
Μεγάλη η σημασία της Πόλης, θα πει κανείς, για τους Ελληνες.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΠΑΛΑΙΟΛΟΓΟΣ
Σωστό. Οπότε και η συμβολική σημασία της Αλωσης είναι εξίσου μεγάλη. Εστω και αν η πολιορκία της από τους Οθωμανούς ήταν απλώς μία από τις πολλές, έστω και αν το κλίμα της εποχής ήταν τέτοιο, η κατάσταση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας ήταν τέτοια, που έκπληξη θα ήταν το να μην αλωθεί η Πόλη.

«Βρισκόμαστε στα μέσα του 15ου αιώνα, γύρω στο 1450. Η Πόλη είναι μια μικρή πόλη πια- έχει δεν έχει 70.000 κατοίκους, όταν άλλοτε είχε περάσει το μισό εκατομμύριο» αφηγείται στα «ΝΕΑ» η Ελένη Γλύκατζη- Αρβελέρ, επιχειρώντας να βάλει για λογαριασμό μας τα πράγματα στη θέση τους, να καταγράψει αλήθειες και μύθους της Αλωσης έτσι όπως μόνο μία βυζαντινολόγος με τη δική της διαδρομή μπορεί να κάνει. «Η Πόλη έχει αποδεκατιστεί από την πανώλη και τις αλλεπάλληλες πολιορκίες των Τούρκων. Αλλά και από τις διαμάχες των Δυτικών, αφού οι προστριβές Γενοβέζων και Βενετσιάνων γίνονταν στο λιμάνι της μέσα. Υπήρχε και μια τάση ανεξαρτητοποίησης των λίγων χωρών που παρέμεναν ελεύθερες- όχι μόνο του Μυστρά που παρεμπιπτόντως έπεσε το 1460, επίσης στις 29 Μαΐου!
Η κατάσταση ήταν μιας ανασφάλειας γενικής».

διχασμός

Και σαν να μην έφθαναν αυτά, «υπήρχε μια μεγάλη ενωτική και ανθενωτική διαμάχη, υπέρ και εναντίον της Ενωσης των Εκκλησιών. Οι αντίθετοι στην Ενωση συμμαχούσαν και με τους Τούρκους ήταν οι λεγόμενες παρά φύσιν συμμαχίες.
Οι υπέρμαχοι της Ενωσης διακήρυσσαν: «Οταν οι δύο Ρώμες ήταν ενωμένες διαφεντεύαμε τον κόσμο. Όταν διχάστηκαν, χάσαμε τα πρωτεία«. Με αυτή την έννοια η πραγματική πτώση της Πόλης χρονολογείται από το 1204 και μετά. Η ανθενωτική διαμάχη πήρε μάλιστα τεράστιες διαστάσεις μετά το 1438 και τη Σύνοδο της Φερράρας.
Εκεί ο Αυτοκράτορας Ιωάννης Η΄ ξεσήκωσε την Εκκλησία σε μια τελευταία προσπάθεια Ενωσης, αλλά ενώ η διανόηση ήθελε να είναι αναγεννησιακή, η Εκκλησία παρέμενε προσηλωμένη στα πάτρια κατά τρόπο φανατικό, αν όχι τίποτα παραπάνω», λέει χωρίς να μασάει τα λόγια της η ελληνίδα βυζαντινολόγος, η πρώτη γυναίκα πρύτανης της Σορβόννης στα 700 χρόνια ιστορίας του μεγάλου γαλλικού πανεπιστημίου

ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ ΓΕΝΑΔΙΟΣ ΣΧΟΛΑΡΙΟΣ
. Και συνεχίζει: «Υπήρχε όμως ακόμη ένας παράγοντας παρακμής. Ηταν η γενική δεισιδαιμονία που τρεφόταν από τις προφητείες. Ηδη από τον 6ο αιώνα υπήρχαν προφητείες, τότε ήταν όμως αισιόδοξες.
Τώρα προφήτευαν το τέλος της Πόλης και μαζί το τέλος του κόσμου και της Ιστορίας.
Αυτό ήταν, λοιπόν, το κλίμα στην Κωνσταντινούπολη της εποχής. Δεισιδαιμονία, διχόνοια, φτώχεια, κακομοιριά. Οι Βυζαντινοί ζούσαν σε μια πόλη ερημωμένη. Και στα ανάκτορα του Πορφυρογέννητου πολύ λίγα δωμάτια χρησιμοποιούνταν. Οπως λέει και ο Παλαμάς στον «Δωδεκάλογο του Γύφτου«: «Και ήταν οι καιροί που η Πόλη/ πόρνη σε μετάνοιες ξενυχτούσε/ και τα χέρια της δεμένα τα κρατούσε/ και καρτέραγ΄ ένα μακελάρη (…) Και καρτέραγε τον Τούρκο να την πάρει»».

Το κλίμα της εποχής ήταν: δεισιδαιμονία, διχόνοια, φτώχεια, κακομοιριά

«Η Πόλη θα μπορούσε να είχε πέσει πολύ νωρίτερα»

Η Πόλη θα μπορούσε να είχε πέσει στα χέρια των Τούρκων πολύ νωρίτερα. «Ο λόγος που δεν έγινε αυτό και ανάσανε για πενήντα χρόνια ήταν ότι ο Βαγιαζίτ έπεσε στα χέρια των Μογγόλων» λέει η Ελένη Γλύκατζη- Αρβελέρ. «Η Βυζαντινή Αυτοκρατορία δεν μπορούσε να σταθεί μόνη της όρθια. Ο Μανουήλ έτρεχε να δει τους Καρόλους, ο Ιωάννης πήγε στη Φερράρα.
Είναι η εποχή των επαιτών αυτοκρατόρων. Πήγαιναν επαίτες στη Δύση, έστω και αν τους δέχονταν εκεί με τιμές και δόξες. Κάτι που συνήθως οι Ελληνες δεν δέχονται είναι ότι ο Πάπας προσπάθησε να βοηθήσει. Διέθεσε τις ιντουλγκέντσιες- τα επί πληρωμή συγχωροχάρτια- του 1450, που ως ιντουλγκέντσιες Ιωβηλαίου ήταν πιο προσοδοφόρες, στον πόλεμο κατά των Τούρκων. Άλλο αν αυτό δεν ήταν αποτελεσματικό, αφού έδωσε τα χρήματα στους Αραγωνέζους που τα χρησιμοποίησαν για δικούς τους σκοπούς.

Πολλοί λένε ότι η Δύση δεν βοήθησε. Οταν όμως μιλάμε για Δύση τι εννοούμε; Οι Βυζαντινοί ήταν όλη η Ανατολή. Η Δύση ήταν πολυδιασπασμένη και ο Πάπας είχε ένα σχίσμα στην πλάτη του και την Ανατολική Εκκλησία εναντίον του. Είναι χαρακτηριστικό ότι όταν ο Παλαιολόγος πολεμάει τους Τούρκους μαζί με τον απεσταλμένο του Πάπα, Ισίδωρο του Κιέβου, και τους Γενοβέζους, ο Γεννάδιος-
ο Γεώργιος Σχολάριος, πρώτος Πατριάρχης μετά την Άλωση τοιχοκολλούσε ανάθεμα εναντίον του Παλαιολόγου. Και επίσης: μετά την πτώση της Πόλης, οι Δυτικοί έτρεμαν. Όταν ανέλαβε Πάπας ο Ενιο Σίβλιο Πικολομίνι, δηλαδή ο Πίος Β΄, έγραψε μια πραγματεία για την Αλωση στην οποία μιλούσε για καταστροφή της Χριστιανοσύνης.
Αντίθετα οι Ρώσοι, που είναι μάλιστα φανατικοί ανθενωτικοί, δεν γράφουν σχεδόν τίποτα για την πτώση της Πόλης. Πέρασαν χρόνια για να αρχίσουν οι σλαβικοί θρήνοι. Εκείνοι που θρήνησαν από την αρχή για την Πόλη είναι στην Τραπεζούντα. «Πάρθεν η Πόλη, πάρθεν η Ρωμανία», έλεγαν».

Κάτι που συνήθως οι Ελληνες δεν δέχονται είναι ότι ο Πάπας προσπάθησε να βοηθήσει.

Η συμφωνία του σουλτάνου με τον Πατριάρχη

Το Ρούμελι Χισάρ, το κάστρο που έχτισε ο Μωάμεθ το 1452 για να ελέγχει το πέρασμα ανάμεσα στη Μαύρη Θάλασσα και τη Θάλασσα του Μαρμαρά, διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στην έκβαση της πολιορκίας, λέει η Ελένη Γλύκατζη- Αρβελέρ.
«Διούλκησε και τον στόλο περνώντας τα πλοία του στον Κεράτιο. Από την άλλη πλευρά, μόνο 3-4 πλοία γενοβέζικα πέρασαν και αυτά για να φέρουν τροφή στους πολιορκημένους». Βέβαια, δεν ήταν μόνο αυτή η αιτία της ήττας των Βυζαντινών. «Ο Μωάμεθ είχε μαζέψει Σέρβους, Αλβανούς, Τούρκους. Απέναντι στους τουλάχιστον 100.000 άντρες του- μερικοί μιλούν για 120.000, άλλοι τους ανεβάζουν σε 200.000- αντιπαρατάσσονταν περίπου 4.500 άνθρωποι το πολύ, μαζί με τους ξένους. Και πολλοί ήταν παιδιά και γυναίκες που
ΜΩΑΜΕΘ Ο β΄
πολεμούσαν με αγκωνάρια.
Μεγάλη ήταν η βοήθεια των Γενοβέζων, αλλά όταν σκοτώθηκε ο Τζουστινιάνι έχασαν το ηθικό τους και υποχώρησαν.
Οσοι πολέμησαν, πάντως, πολέμησαν ηρωικά.
Οταν ο Μωάμεθ έστειλε αποκρισάριο στον Παλαιολόγο ζητώντας του να παραδώσει την Πόλη, πήρε την απάντηση ότι η Πόλη δεν είναι δικό του πράγμα και πως «με τη δική μας θέληση αποφασίσαμε να πεθάνουμε». Ακόμη και ο περίφημος Νοταράς που είχε τρεις υπηκοότητες και όλη του την περιουσία στο εξωτερικό, και που είπε ότι είναι καλύτερο το τουρκικό καφτάνι από τη λατινική τιάρα, πολέμησε και εν τέλει εκτελέστηκε από τους Τούρκους. Χαρακτηριστικό του ηρωισμού είναι ότι όταν στην Πύλη του Ρωμανού οι 4Τούρκοι άρχισαν να ανεβαίνουν πάνω και πέρασαν μέσα, έψαχναν τους αντίπαλους πολεμιστές και δεν πίστευαν ότι ήταν τόσοι λίγοι. Και πρέπει να πούμε και για τον Μωάμεθ, που συνηθίζουμε να τον ταυτίζουμε με τη βαρβαρότητα, ότι δεν ήταν βάρβαρος ή δεν ήταν μόνο βάρβαρος.
Ηταν από τους μεγαλύτερους μεταρρυθμιστές της Τουρκίας. Ηξερε τι ήθελε και πώς να το κάνει». Οσο για την Κερκόπορτα… «Ανοιγμένη ή ξεχασμένη. Αστεία πράγματα. Ηταν χιλιάδες έξω, τα καράβια τους στον Κεράτιο, οι Γενοβέζοι έφευγαν. Τι να πεις για την Κερκόπορτα; Σε συμβολικό επίπεδο μόνο μπορείς κάτι να πεις. Αλλά είναι σαν να λέμε ότι αντί να σκοτώνονταν τρεις Τούρκοι κατά την είσοδό τους στην Πόλη, θα σκοτώνονταν δέκα αν η πόρτα ήταν κλειστή. Και λοιπόν; Αφού είχαν ανεβάσει σκάλες και έμπαιναν από όπου ήθελαν».

«Ο Μωάμεθ έδωσε το πατριαρχικό αξίωμα στον Γεννάδιο Σχολάριο, ορίζοντάς τον αμέσως αρχηγό του Μιλιέτ, δηλαδή όλων των ορθοδόξων. Κάπως έτσι ξέρουμε γιατί η Εκκλησία κράτησε όλα τα κτήματά της και η αυτοκρατορία τα έχασε», λέει δηκτικά η Ελένη Γλύκατζη- Αρβελέρ. «Κάπως έτσι φτάσαμε και στα σημερινά βατοπεδινά βακούφια. Και δεν πρέπει να ξεχνάμε, σε αντίθεση με άλλες συμπεριφορές της πολιτείας, ότι όταν ο Μανουήλ Παλαιολόγος είναι στη Θεσσαλονίκη και υπάρχει κίνδυνος καταστροφής, δημεύει όλα τα κτήματα του Αθω. Και ότι ο Κομνηνός δημεύει όλη την εκκλησιαστική περιουσία για να αντιμετωπίσει τους Σελτζούκους». Την εποχή της Αλωσης, εξάλλου, υπήρχε έξαρση του μοναχισμού. «Σε όλη τη διαμάχη των ανθενωτικών οι καλόγεροι στα μοναστήρια της Πόλης και του Αθω ήταν πρώτοι. Είναι πολλοί και δεν πολεμούν. Αντίθετα με τους δυτικούς μοναχούς που μπορούν να φέρουν όπλα, οι ορθόδοξοι δεν μπορούν», σημειώνει η ελληνίδα βυζαντινολόγος. Η Εκκλησία κράτησε όλα τα κτήματά της και η αυτοκρατορία τα έχασε…

Μύθοι και σκληρές αλήθειες για την Επανάσταση του 1821

Το ελληνικό σχολειό επί Τουρκοκρατίας όχι μόνο δεν ήταν κρυφό αλλά και οδήγησε, μέσω του εκσυγχρονισμού του, στην Επανάσταση του ΄21, υποστηρίζουν ιστορικοί που αναλύουν στα «ΝΕΑ» παρανοήσεις και πραγματικότητες του Αγώνα της Ανεξαρτησίας
Η ιστορική έρευνα σήμερα δείχνει ότι ο Παλαιών Πατρών Γερμανός δεν βρισκόταν στην Αγία Λαύρα την 25η Μαρτίου και δεν ευλόγησε λάβαρο. Δίπλα, το λάβαρο της Επανάστασης που φυλάσσεται στη Μονή Αγίας Λαύρας . «Τα ελληνικά διδάσκονταν ελεύθερα επί Τουρκοκρατίας
Ο ΠΙΝΑΚΑΣ ΤΟΥ ΒΡΥΖΑΚΗ
«Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΠΑΛΑΙΩΝ ΠΑΤΡΩΝ ΓΕΡΜΑΝΟΣ
ΥΨΩΝΕΙ ΤΗ ΣΗΜΑΙΑ ΤΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ» (1851)
ΕΓΙΝΕ ΣΤΗΝ ΑΡΧΗ ΜΙΑΣ ΠΕΡΙΟΔΟΥ ΟΠΟΥ,
ΟΠΩΣ ΕΧΕΙ ΕΙΠΩΘΕΙ,
«Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΣΕ ΠΛΗΡΗ ΣΥΜΠΝΟΙΑ ΜΕ ΤΗΝ ΠΟΛΙΤΕΙΑ
ΜΕΤΕΔΙΔΕ ΤΗ ΔΙΚΗ ΤΗΣ ΕΚΔΟΧΗ ΓΙΑ ΤΟ ΠΑΡΕΛΘΟΝ».
ήδη από τον 14ο αιώνα, οπότε οι Τούρκοι άρχισαν να ελέγχουν περιοχές με χριστιανικούς πληθυσμούς», λέει στα «ΝΕΑ» ο Αλέξης Πολίτης, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Κρήτης στον Τομέα Βυζαντινής και Νεοελληνικής Φιλολογίας. Άρα δεν υπήρχε «κρυφό σχολειό», αλλά… φανερό. «Οι Τούρκοι, έχοντας οι ίδιοι ένα γραπτό ιερό κείμενο, το Κοράνι, ήξεραν καλά ότι χωρίς ιερά βιβλία δεν υπάρχει χριστιανική εκκλησία. Και γνωρίζουμε ότι αναγνώριζαν τον χριστιανισμό, όπως και τον εβραϊσμό ως θρησκεία κατώτερη μεν της μουσουλμανικής, αλλά νόμιμη. Άδεια απαιτείτο μόνο για την ανέγερση καινούργιων ναών και αυτό, μάλλον, για λόγους φορολόγησης.
Δεν ξέρουμε περίπτωση που να μη δόθηκε αυτή η άδεια. Αυτά πρακτικά σημαίνουν ότι δεν υπήρχε χωριό από τα βάθη της Ασίας έως τα Βαλκάνια, στο οποίο να μη βρίσκεται έστω ένας εγγράμματος άνθρωπος, ο παπάς, που να μπορεί να διαβάσει το Ευαγγέλιο και τα βιβλία της θείας λειτουργίας», υποστηρίζει ο Αλέξης Πολίτης.
Ως προς τη διδασκαλία των ελληνικών, «δεν υπάρχει ούτε μία μαρτυρία που να λέει ότι εμποδιζόταν.
Για την πρώιμη οθωμανική περίοδο ξέρουμε ότι υπήρχαν χιλιάδες άνθρωποι που γνώριζαν γράμματα. Αυτοί κάπου θα τα είχαν διδαχθεί. Και το ότι δεν διασώζονται πολλές πρώιμες πηγές οφείλεται στον τρόπο που οι άνθρωποι σημείωναν στα λεγόμενα παράφυλλα, δηλαδή στα άγραφα λευκά φύλλα των βιβλίων και σε οποιοδήποτε σημείο τους υπήρχε ελεύθερος χώρος όσα ήθελαν να διατηρήσουν στη μνήμη τους.
Ο ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΜΑΥΡΟΚΟΡΔΑΤΟΣ
(ΕΔΩ ΠΡΟΣΩΠΟΓΡΑΦΙΑ ΑΠΟ ΤΟ ΕΘΝΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΕΡΕΥΝΩΝ)
ΚΑΤΗΓΟΡΗΘΗΚΕ ΑΠΟ ΟΛΕΣ ΤΙΣ ΠΛΕΥΡΕΣ
ΩΣ ΞΕΝΟΚΙΝΗΤΟΣ, ΙΔΙΟΤΕΛΗΣ, ΑΚΟΜΗ ΚΑΙ ΠΡΟΔΟΤΗΣ.
ΣΗΜΕΡΑ ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΚΟΙ ΠΙΣΤΕΥΟΥΝ ΟΤΙ
ΗΤΑΝ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΠΡΩΤΑΓΩΝΙΣΤΕΣ ΤΟΥ ΑΓΩΝΑ
ΚΑΙ ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΟΣ ΕΙΣΗΓΗΤΗΣ ΤΟΥ
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΟΥ ΠΟΛΙΤΕΥΜΑΤΟΣ
Μπλοκάκι δεν υπήρχε. Τα παλιά βιβλία (κυρίως ευαγγέλια και λειτουργικά κείμενα) όμως φθείρονταν και αντικαθίσταντο. Και έτσι χάνονταν πολλές πληροφορίες για τη ζωή τους».
Από μια εποχή και πέρα υπάρχουν, συνεχίζει ο Αλέξης Πολίτης, «ατελείωτες μαρτυρίες για σχολεία και πληρωμές δασκάλων από την κοινότητα. Και καμία ότι κάποιος εμποδίστηκε να μάθει ελληνικά. Ειδικά από τα μέσα του 18ου αιώνα έχουμε σημαντική αύξηση του αριθμού των σχολείων. Είναι πολλά τα σχολεία που μνημονεύονται. Αντίθετα, πουθενά δεν μνημονεύεται ότι ένας παπάς διδάσκει κρυφά στο σπίτι του.
Στο Λεξικό του Γεώργιου Κωνσταντίνου (α΄ έκδοση 1757, αναφέρεται η ύπαρξη 35 ανώτερων σχολείων σε 29 πόλεις, κάτι ανάλογο των σημερινών γυμνασίων, όπου δηλαδή υπάρχουν περισσότεροι του ενός δάσκαλοι. Για το Αϊβαλί ή Κυδωνίες έχουμε και τα σχέδια του σχολείου (1817) με αίθουσα διδασκαλίας, βιβλιοθήκη, δωμάτια για τους οικοτρόφους και παρεκκλήσι. Γιατί, βέβαια, η επαίδευση ήταν στενά συνδεδεμένη με τη θρησκευτική ζωή. Μετά το 1800 στα Γιάννενα αναφέρονται τρία σχολεία. Σε Αϊβαλί, Χίο και Σμύρνη τα σχολεία, πάλι, δεν ελέγχονταν από την Εκκλησία.

Οι πλουσιότεροι του τόπου έφτιαχναν νέα σχολεία προκειμένου να εισαχθεί η νέα μόρφωση, κυρίως η πειραματική φυσική και τα μαθηματικά. Το 1820, πριν από την Επανάσταση, το Πατριαρχείο κατάφερε να τα διαλύσει (με διάφορους τρόπους: μετακαλούσε, ας πούμε, τους καθηγητές στην Κωνσταντινούπολη) γιατί διαφωνούσε με τους νεωτερισμούς των εκπαιδευτικών».Με άλλα λόγια υπήρχαν σχολεία και δεν ήταν καθόλου κρυφά. «Ήταν στη μέση της Σμύρνης, στη μέση της Πόλης. Το 1758 χτίστηκε ένα τεράστιο κτίριο στον Άθω.Στο περίφημο στις μέρες μας Βατοπέδι. Ο Κ. Θ. Δημαράς πρόλαβε και φωτογράφισε τα ελάχιστα ερείπια που είχαν απομείνει το 1930.Λέγεται μάλιστα ότι ταξίδεψε στο Άγιον Όρος ως θεοσεβούμενος και επέστρεψε άθεος!»

Κρίμας τα μαύρα τα παιδιά

«Υπήρχαν πολλοί μορφωμένοι παπάδες. Οι περισσότεροι όμως, οι παπάδες στα χωριά δηλαδή, ήταν ανίκανοι να διδάξουν κάτι περισσότερο από γραφή και ανάγνωση. Γι΄ αυτό και ο Διαφωτισμός φτιάχνει δικά του σχολεία, στέλνοντας εκπαιδευτικούς στο εξωτερικό με υποτροφία. Μέχρι το 1780, χονδρικά, η μόρφωση ήταν μια ανακύκλωση, σταθερά επαναλαμβανόμενη στον χρόνο. Οι μαθητές μάθαιναν να διαβάζουν, δεν έπαιρναν γνώσεις.
Όπως τώρα μαθαίνει κάποιος αγγλικά, να ξέρουν απλώς τον κώδικα (γραπτής) επικοινωνίας». Προς το τέλος του 18ου αιώνα, ένας πολύ σημαντικός εκπρόσωπος του Διαφωτισμού, ο Δημη τράκης Καταρτζής, έκανε τη θλιβερή διαπίστωση: «Άρα είναι πάλε για δάσκαλος, ότ΄ αυτό έμαθε κι άλλο δεν ξέρει, γιατί δεν έμαθε τίποτες στον κόσμο και στον τόπο που βρίσκεται, στον αιώνα και στον καιρό που ζει. Κρίμας τα μαύρα τα παιδιά». «Ο Κοραής πάλι, στα σύντομα απομνημονεύματά του, γράφει για τη μαθητεία του στην Ευαγγελική Σχολή της Σμύρνης τα ίδια περίπου χρόνια ότι «περισσότερο ξύλο έφαγε εκεί παρά γράμματα έμαθε»», παρατηρεί ο Αλέξης Πολίτης. «Με λίγα λόγια, για να παραφράσουμε και το γνωστό ποιηματάκι «Φεγγαράκι μου λαμπρό», γράμματα μαθαίνανε, όχι όμως πράγματα. Αυτό άλλαξε μετά το 1780 γιατί οι έμποροι χρειάζονταν και άλλες γνώσεις. Έπρεπε να ξέρουν λ.χ. τι παράγει η Γαλλία και ποια προϊόντα είναι φτηνά στη Βιέννη. Το αίτημα είχε ωφελιμιστική βάση. Ταυτόχρονα όμως, επειδή κάθε έμπορος είχε έναν ανταποκριτή- συνήθως συγγενή του- στην Ευρώπη, προκειμένου να οργανώνει τη διακίνηση των προϊόντων, μαζί διακινούνταν και οι καινούργιες ιδέες. Και διαμορφώνονταν νέες απαιτήσεις: είτε πολιτικές (για δημιουργία δικού τους κράτους) είτε καθαρά κοινωνικές.
Κάπου εκεί, 1791, εκδίδεται και το «Σχολείον των ντελικάτων εραστών» του Ρήγα Βελεστινλή, μετάφραση (και παράφραση) γαλλικών διηγημάτων, που εισάγει το θέμα της ατομικής διασκέδασης. Έως τότε η διασκέδαση ήταν ομαδική υπόθεση, στα πανηγύρια. Από εκείνη την περίοδο και μετά, ένας γραμματικός – σήμερα θα λέγαμε κατώτερος υπάλληλος μπορούσε πλέον να διαβάσει και τα λεγόμενα ερωτικά μυθιστορήματα. Αναζητούσε δηλαδή και τη διασκέδαση μέσα από τη μόρφωση. Η τεχνολογία των γραμμάτων τού έδινε πρόσβαση σε μια ζωή που δεν μπορούσε να ζήσει και που τη ζούσε μέσω της φαντασίας», εξηγεί ο καθηγητής.

Στο δεύτερο ήμισυ του 19ου αιώνα κατασκευάστηκαν, λένε σήμερα οι ιστορικοί, οι «μύθοι» για την ικανότητα των Ελλήνων να αντιστέκονται στους Οθωμανούς και να βρίσκουν διαύλους διάσωσης της ελληνικής ταυτότητας. Τότε διαδόθηκε και εδραιώθηκε η άποψη ότι η Εκκλησία λειτούργησε κρυφά ελληνικά σχολειά κάτω από τη μύτη των Τούρκων. Μύθος που συντηρείται και σήμερα με «Κρυφά σχολειά»-μουσεία σε όλη την Ελλάδα: στην Πεντέλη, στο Θέρμο Αιτωλοακαρνανίας και, επάνω, σε κρύπτη της Μονής Αγίου Γεωργίου Φενεού, στην Κορινθία

«Η δημόσια ιστορία βρίσκεται σε καθυστέρηση»

«Η απόκλιση ανάμεσα στην επιστημονική και τη δημόσια ιστορία αποτελεί σοβαρό πολιτιστικό πρόβλημα για την Ελλάδα», λέει στα «ΝΕΑ» ο ιστορικός Βασίλης Παναγιωτόπουλος, ομότιμος διευθυντής ερευνών στο Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών. «Η δημόσια ιστορία κυριαρχείται από μύθους και αφηγήσεις φορτισμένες συναισθηματικά. Και την ώρα που η επιστημονική ιστορία γίνεται όλο και πιο σοβαρή, λύνει προβλήματα της εθνικής συγκρότησης, η δημόσια ιστορία- σχολικά εγχειρίδια, τηλεόραση, εκλαϊκευτικά βιβλία- αναπαράγει στερεότυπα, συνήθως μέσω ερασιτεχνών λογίων».
Οι ιστορικοί αισθάνονται πικρία γιατί ενώ παράγουν υπεύθυνο έργο, η γενική εικόνα που αναπαράγει η δημόσια ιστορία βρίσκεται σε καθυστέρηση. «Υπάρχουν δράσεις που βελτιώνουν την κατάσταση» λέει ο Βασίλης Παναγιωτόπουλος. «Παράδειγμα η έκδοση βιβλίων υψηλής εκλαΐκευσης που επιχειρείται στα «ΝΕΑ» (Ιστορική Βιβλιοθήκη). Ενώ έριξε στην αγορά έργα δύσκολα, γραμμένα επιστημονικά και κάπως βαριά, που δεν υπηρετούν τη λαϊκή μυθολογία, το εγχείρημα πέρασε με επιτυχία στο ευρύ κοινό»..

Οι ιστορικοί επιμένουν:

ΧΑΡΗ ΣΤΟΝ ΠΑΣΙΓΝΩΣΤΟ ΠΙΝΑΚΑ ΤΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΓΥΖΗ,
ΠΟΥ ΦΙΛΟΤΕΧΝΗΘΗΚΕ ΤΟ 1886,
ΠΕΡΑΣΕ ΣΤΗ ΣΥΛΛΟΓΙΚΗ ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ Ο ΟΡΟΣ
«ΚΡΥΦΟ ΣΧΟΛΕΙΟ».
«Κρυφό σχολειό» δεν υπήρξε ποτέ. Κατά το μεγαλύτερο μέρος της οθωμανικής περιόδου δίδασκαν, πράγματι, παπάδες.
Από τα τέλη του 18ου αιώνα αρχίζουν και διδάσκουν και μη ιερωμένοι- κάποιοι έμπαιναν στην τάξη με κοστούμι, άλλοι πετούσαν τα ράσα. Από το 1818 εφαρμόζεται η αλληλοδιδακτική μέθοδος- ο καλός μαθητής δίδασκε τους νεώτερους.
● Ο Παλαιών Πατρών Γερμανός δεν βρισκόταν στην Αγία Λαύρα την 25η Μαρτίου και δεν ευλόγησε λάβαρο. Βρισκόταν στην Πάτρα όπου, στην πλ. Αγίου Γεωργίου (λέει ο Σπυρίδων Τρικούπης), «διέταξε και έστησαν σταυρόν».
● Ο ορισμός ως αφετηρία της Επανάστασης της 25ης Μαρτίου 1821 είναι μέρος μιας αφήγησης που ενέχει από τη μεριά της Εκκλησίας τον συμβολισμό του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου. Στην πραγματικότητα, όλο τον Μάρτιο οι ελληνοτουρκικές συγκρούσεις στην Πελοπόννησο ήταν καθημερινές.
● Στρατιωτικά, η Ελλάδα ηττήθηκε κατά κράτος. Στα τέλη του 1827 ο Ιμπραήμ ήλεγχε την Πελοπόννησο και ο Κιουταχής τη Στερεά. Ο Γάλλος στρατηγός Μαιζόν έδιωξε από την Πελοπόννησο τον Ιμπραήμ

Η Ελλάδα ήταν το Βιετνάμ των Ευρωπαίων

Η συμβατική εθνική αφήγηση θεωρεί τον Πατριάρχη Γρηγόριο Ε΄ (κατά κόσμο Γεώργιο Αγγελόπουλο, από τη Δημητσάνα) εθνομάρτυρα, καθώς απαγχονίστηκε στις 10/4/1821 στο πλαίσιο οθωμανικών αντιποίνων. Μερίδα ιστορικών στέκεται, αντίθετα, στο γεγονός ότι ο Γρηγόριος, στις 23/3/1821 αφόρισε τον Αλέξανδρο Υψηλάντη και την Επανάσταση.
Ο ρόλος του, πιστεύει ο ιστορικός Βασίλης Παναγιωτόπουλος, ήταν σύνθετος.
Λόγω θέσης όφειλε να καταδικάσει, γνώριζε όμως το «μυστικό» της Φιλικής Εταρείας και την προετοιμαζόμενη εξέγερση, χωρίς να την καταδώσει «Η καλύτερη ζωή ζητάει και ελευθερίες», υπογραμμίζει ο Αλέξης Πολίτης. «Και πολιτικές ελευθερίες. Που αναζητήθηκαν, φυσιολογικά, στο ήδη υπάρχον κεφάλαιο του τόπου, δηλαδή τις αρχαιοελληνικές ρίζες. Όμως, στα χρόνια του Διαφωτισμού, και ιδίως τη Γαλλικής Επανάστασης, η αρχαία Ελλάδα ταυτιζόταν με την αρχαία Αθήνα, με τη Δημοκρατία (το ζήτημα των δούλων, βέβαια, ξεχνιόταν και τότε εύκολα).
Η στροφή λοιπόν των Νεοελλήνων από το 1780, ακόμη περισσότερο από το 1800 προς την αρχαιότητα εμπεριείχε και μια δημοκρατική συνδήλωση.
Από την άλλη, η σύνδεση των Νεοελλήνων με τους αρχαίους επέτρεπε πιο εύκολα στους Ευρωπαίους να θεωρήσουν τους Έλληνες ισότιμο με αυτούς έθνος. Και η ύπαρξη μιας μεσαίας ελληνόφωνης τάξης- κυρίως έμποροι- έκανε την ευρωπαϊκή αστική τάξη που τότε συγκρουόταν με τους ευγενείς να αισθάνεται αλληλέγγυη με τους επαναστατημένους χριστιανούς». «Για να κατανοήσουμε καλύτερα την ευρωπαϊκή υποστήριξη προς τον ελληνικό αγώνα, θα πρέπει να δούμε τη στάση εκείνης της γενιάς Ευρωπαίων αστών κάπως σαν τη στάση της δικής μου γενιάς απέναντι στο Βιετνάμ.
Το 1965 το Βιετνάμ ήταν το αδύνατο σημείο των Αμερικανών. Για τους Ευρωπαίους αστούς, η στάση των βασιλιάδων της Ιεράς Συμμαχίας (με τους οποίους συγκρούονταν οι αστοί) που το 1814 ενίσχυσαν τον αλλόθρησκο σουλτάνο, ήταν ένα ανάλογο αδύνατο σημείο. Ως αστούς εκείνη την εποχή εννοούμε ανθρώπους που εργάζονται με το μυαλό τους χωρίς να λερώνουν τα χέρια τους. Σε αντίθεση με τους χειρώνακτες και με τους ευγενείς που δεν δουλεύουν καθόλου. Οι αστοί είδαν ότι υπήρχαν Έλληνες όμοιοί τους και τους στήριξαν»..

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου